Του Saleem H. Ali
Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν τη Δευτέρα, ο Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε ότι είναι πολύ κοντά μια συμφωνία με την Ουκρανία για τα ορυκτά. Ειπώθηκε, μάλιστα, ότι ο πρόεδρος Ζελένσκι θα μπορούσε να επισκεφθεί την Ουάσινγκτον ακόμη και εντός της εβδομάδας για αυτό τον σκοπό. Καθώς οι διαπραγματευτές συνεχίζουν να επεξεργάζονται το πλαίσιο και τους όρους της συμφωνίας, ας δούμε τι μας διδάσκει η Ιστορία. Η χρηματοδότηση με βάση τους φυσικούς πόρους δεν είναι κάτι καινούργιο. Το Ινστιτούτο Διαχείρισης Φυσικών Πόρων αξιολόγησε 52 τέτοιες συμφωνίες το 2020 (30 στην Αφρική και 22 στη Λατινική Αμερική), οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν -ως επί το πλείστον- από την Κίνα και ορισμένες από τη Ρωσία. Η διαφορά στην προτεινόμενη συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας είναι πως εφόσον υλοποιηθεί, αυτό θα γίνει παρόλο που η χρηματοδότηση δόθηκε χωρίς τέτοιον όρο. Οι αποζημιώσεις προς τους συμμάχους της Ουκρανίας θα δίνονταν από τα 300 δισ. δολάρια των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων σε δυτικές τράπεζες. Πλέον αυτά τα περιουσιακά στοιχεία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση στην Ουκρανία, καθώς και των κατεχόμενων από τη Ρωσία τμημάτων της χώρας.
Η συμφωνία για τα ορυκτά θα μπορούσε να είναι "win-win" για Ουκρανία και Ηνωμένες Πολιτείες, εάν πλαισιωθεί από ένα ευρύτερο σχέδιο ανασυγκρότησης και ανάπτυξης υποδομών. Ενώ οι σπάνιες γαίες παρουσιάζονται ως το "πολύτιμο πετράδι" του στέμματος σε αυτή τη συμφωνία, η αξία της αγοράς των σπάνιων γαιών παγκοσμίως για το 2023 ήταν μόλις 3,39 δισ. δολάρια. Ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι η ζήτησή τους θα αυξηθεί με ιλιγγιώδη ρυθμό και συμπεριλάβουμε σε αυτές μέταλλα όπως το γάλλιο (που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ημιαγωγών), η αξία τους ούτε καν θα πλησιάσει τα 500 δισ. δολάρια που φέρεται να προβλέπει η συμφωνία. Στο τραπέζι βρίσκονται και άλλα ορυκτά, λόγω της σημασίας τους για την αμυντική βιομηχανία, την παραγωγή ενέργειας ή τις υποδομές για την τεχνητή νοημοσύνη: γραφίτης, ουράνιο, τιτάνιο και λίθιο. Όλα αυτά τα ορυκτά θα μπορούσαν να εξάγονται, με τις ΗΠΑ να αποκτούν ενδεχομένως προνομιακά δικαιώματά εξόρυξης.
Οι υπερβολικά αισιόδοξες εκτιμήσεις για τα ουκρανικά κοιτάσματα που παρουσιάζονται σε μερικά κείμενα/άρθρα, ανεβάζοντας την αξία τους στα 26 τρισ. δολάρια, είναι αβάσιμες. Στα οικονομικά της γεωλογίας η διαφορά ανάμεσα σε έναν "πόρο" (που υπάρχει γεωλογικά) και ένα "κοίτασμα" (που μπορεί να εξορυχθεί μέσω της τεχνολογίας με οικονομικά βιώσιμους τρόπους) είναι κρίσιμη. Γι' αυτό και υπάρχουν συστήματα πιστοποίησης όπως η αυστραλιανή ταξινόμηση JORC. Η Ουκρανία διαθέτει μεγάλα αποθέματα τιτανίου, μαγγανίου, βασικών μετάλλων και άνθρακα, ωστόσο δεν υπάρχει σαφής οικονομικά βιώσιμος τρόπος για την εξόρυξη ορυκτών αξίας 500 δισ. δολαρίων τα οποία θα εξαχθούν στις ΗΠΑ. Επιπλέον, πολλοί από αυτούς τους πόρους βρίσκονται σε κατεχόμενα από τη Ρωσία ουκρανικά εδάφη. Ο "εθνικισμός των φυσικών πόρων" είναι ακόμη ένας λόγος για να συνεχιστεί ο πόλεμος στην ανατολική Ουκρανία.
Η Ουκρανία θα χρειαστεί τεράστιες ποσότητες ορυκτών για την ανοικοδόμηση και την ανάπτυξή της και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συμπεριλάβουν τα ορυκτά αυτά στις διαπραγματεύσεις τους. Η συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών εξόρυξης και κατασκευών στην αξιοποίηση του ουκρανικού ορυκτού πλούτου (με περιβαλλοντικές και κοινωνικές εγγυήσεις) αφενός θα βοηθούσε τους Ουκρανούς και αφετέρου θα ενίσχυε τις αμερικανικές επενδύσεις. Επιπλέον θα αυξάνονταν οι θέσεις εργασίας σε Ουκρανία και ΗΠΑ, ιδίως στη βιομηχανία τιτανίου. Η συζήτηση γι' αυτήν τη συμφωνία περιλαμβάνει βασικά μέταλλα όπως ο χαλκός, ο ψευδάργυρος, το νικέλιο, αλλά και βιομηχανικά ορυκτά όπως η κιμωλία, ο γύψος και τα αδρανή υλικά. Αυτός είναι ο πλούτος στο ουκρανικό υπέδαφος που ο Τραμπ θέλει να τον αξιοποιήσει, βοηθώντας παράλληλα την Ουκρανία να ανοικοδομηθεί.
Απόδοση - επιμέλεια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος