Της Natasha Lindstaedt
Ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα συναντηθεί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν την Παρασκευή στην Αλάσκα προκειμένου να συζητήσουν για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Για τον Ρώσο πρόεδρο, αυτή η Σύνοδος Κορυφής αποτελεί διπλωματική νίκη: εξασφάλισε τη συνάντηση χωρίς να κάνει παραχωρήσεις, όπως κατάπαυση του πυρός ή συμφωνία για συνάντηση με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Αν και ο Τραμπ υποσχέθηκε να ενημερώσει τον Ζελένσκι μετά τη συνάντηση, φαίνεται πως δεν θέλει να είναι παρών ο Ουκρανός πρόεδρος, σημειώνοντας: "Θα έλεγα ότι θα μπορούσε να έρθει, αλλά έχει πάει σε πολλές συναντήσεις, είναι εκεί εδώ και τρεισήμισι χρόνια και δεν έχει γίνει τίποτα".
Απογοητευμένος από την έλλειψη προόδου στην Ουκρανία, ο Τραμπ είχε απειλήσει να επιβάλει περαιτέρω κυρώσεις στη Ρωσία αν οι μάχες συνεχίζονταν. Ωστόσο, αντί να προχωρήσει σε αυτή την πρωτοβουλία, ο Τραμπ συμφώνησε να δει τετ α τετ τον Πούτιν. Προς υπεράσπιση της Συνόδου Κορυφής, ο Τραμπ επέμεινε ότι ο Πούτιν δεν πρόκειται να "παίξει" μαζί του.
Τραμπ και Πούτιν έχουν χαρακτηριστεί ως ισχυροί ηγέτες — ο Πούτιν δεν εμφανίζεται πρόθυμος να υποχωρήσει στον πόλεμο με την Ουκρανία και ο Τραμπ επαινείται από ορισμένους κύκλους είτε επειδή εφαρμόζει "τη θεωρία του τρελού" στην πράξη είτε για την τολμηρή μέθοδο διαπραγμάτευσης που ακολουθεί. Ωστόσο, το ιστορικό και των δύο ηγετών υποδηλώνει προθυμία να υποχωρήσουν όταν δοκιμάζονται.
Ο Πούτιν δείχνει αποφασισμένος να διατηρήσει το status quo, καθώς θεωρεί ότι η πολεμική επιχείρησή του στην Ουκρανία συνδέεται με την πολιτική του επιβίωση. Αν και η Ρωσία καταγράφει πάνω από ένα εκατομμύριο απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό, το ποσοστό αποδοχής του Πούτιν είναι υψηλότερο από ποτέ, φτάνοντας το 86%, από 63% πριν την έναρξη του πολέμου.
Παρόλο που η συνέχιση του πολέμου έχει τεράστιο κόστος, αυτό δεν επηρεάζει την εξουσία του Πούτιν. Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο: η Ρωσία έχει γίνει όλο και πιο αυταρχική και "πατριωτική". Μπορεί τα ρωσικά στρατεύματα να εξαντλούνται, όμως ο Πούτιν "προσλαμβάνει" στρατιώτες από τη Βόρεια Κορέα και αλλού για να συνεχίσει τον πόλεμο επ' αόριστον. Η σφυγμομέτρηση της ρωσικής κοινής γνώμης για τον πόλεμο είναι περίπλοκη υπόθεση, αλλά από τις δημοσκοπήσεις φαίνεται πως περίπου το 70% των Ρώσων υποστηρίζει την πολεμική σύγκρουση και επιθυμεί την απόλυτη νίκη.
Ενώ το ρίσκο του Πούτιν ενίσχυσε την εικόνα του στο εσωτερικό, ο Ρώσος πρόεδρος είναι πιο αδύναμος από ό,τι φαίνεται έναντι της Δύσης και της Ουκρανίας. Στην πραγματικότητα, το ιστορικό του Πούτιν να κάνει πίσω στις απειλές του υποδηλώνει "κρυφά" τρωτά σημεία.
Όταν εισέβαλε η Ρωσία στην Ουκρανία, ο Πούτιν προειδοποίησε ότι θα στοχεύσει τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο αν στείλουν στην Ουκρανία όπλα μακράς εμβέλειας. Κι όταν αυτό συνέβη, η αντίδραση του Πούτιν ήταν πιο περιορισμένη από ό,τι αναμενόταν. Παρουσίασε τον μέσου βεληνεκούς βαλλιστικό πύραυλο Oreshnik που χτύπησε την πόλη Ντνίπρο, αλλά μέχρι εκεί.
Το 2022 και 2023, ο Πούτιν προειδοποίησε επανειλημμένα τη Δύση ότι θα χρησιμοποιήσει όλα τα απαραίτητα μέσα εάν σταλούν πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία, δήλωση που ερμηνεύτηκε ως "πυρηνική" κλιμάκωση. Το 2024, ο Πούτιν πρότεινε αλλαγές στο ρωσικό πυρηνικό δόγμα, "κατεβάζοντας" το όριο για χρήση πυρηνικών όπλων. Μπορεί ο ίδιος να έλεγε ότι δεν μπλόφαρε, όμως αυτές οι επαναλαμβανόμενες απειλές περί χρήσης πυρηνικών όπλων έχουν αποδειχθεί "κενές". Ακόμη και μετά την αποστολή μαχητικών F-16 στην Ουκρανία –άλλη μία "κόκκινη" γραμμή για τον Πούτιν– η αντίδραση του Ρώσου προέδρου ήταν ήπια.
Ωστόσο, υπέρ του Πούτιν λειτουργεί το γεγονός ότι ο Τραμπ έχει επίσης ιστορικό υπαναχώρησης από προθεσμίες και απειλές. Ο Τραμπ απείλησε τον Πούτιν με κυρώσεις τον Ιανουάριο, τον Μάρτιο και τον Ιούλιο του 2025, εάν δεν υπήρχε συμφωνία για κατάπαυση του πυρός, αλλά κάθε προθεσμία πέρασε χωρίς οικονομικές κυρώσεις. Ακόμη και όταν ο Τραμπ φάνηκε να κουράζεται από τη συνήθεια του Πούτιν να είναι ευγενικός στο τηλέφωνο και μετά να βομβαρδίζει "τους πάντες", ο Πούτιν δεν έχει ξεπεράσει τις "κόκκινες" γραμμές του Τραμπ.
Ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι θα πιέσει τον Πούτιν για να επιτευχθεί μια ειρηνευτική συμφωνία, αλλά με ποια μέσα; Αποκαλύπτοντας τα χαρτιά της Ουάσινγκτον στον Πούτιν, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ σταμάτησαν να χρηματοδοτούν την Ουκρανία.
Και ενώ το επιτελείο του Τραμπ χαιρετίζει την επικείμενη συνάντηση ως μια διερευνητική πρωτοβουλία για να κατανοήσει καλύτερα τι θέλει ο Πούτιν, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γίνουμε σοφότεροι. Ο Πούτιν θέλει τον απόλυτο έλεγχο της Ουκρανίας ή σημαντικές εδαφικές παραχωρήσεις — απαίτηση αδιανόητη για το Κίεβο. Εξίσου σημαντική είναι η επιθυμία του Πούτιν να υπονομεύσει τη δημοκρατία στην Ουκρανία, την οποία θεωρεί ως σημαντική απειλή για τη δική του εξουσία, υποστηρίζοντας τη διενέργεια εκλογών και την ανάδειξη νέας ηγεσίας στο Κίεβο — άλλη μια απαίτηση που είναι αδιαπραγμάτευτη για την Ουκρανία.
Χωρίς την παρουσία της Ουκρανίας για να υπερασπιστεί την άποψή της, το αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής στην Αλάσκα φαίνεται πως θα περιοριστεί σε συμβολισμούς και υποσχέσεις που δεν θα υλοποιηθούν.