Του Γιώργου Σ. Σκορδίλη
Σε μια περίοδο εντεινόμενων γεωπολιτικών ανταγωνισμών και τεχνολογικού μετασχηματισμού των λιμένων διεθνώς, το λιμάνι του Πειραιά επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη θέση του στον παγκόσμιο χάρτη των θαλάσσιων μεταφορών. Η πρόσφατη συνάντηση μεταξύ του Περιφερειάρχη Αττικής Νίκου Χαρδαλιά και του Διευθύνοντος Συμβούλου της ΟΛΠ Α.Ε. (COSCO), Su Xudong, επιβεβαίωσε τη βούληση για στενότερη συνεργασία, στο πλαίσιο της εξέλιξης ενός φιλόδοξου σχεδίου υποδομών και πράσινης κινητικότητας.
Ο Πειραιάς – άλλοτε σύμβολο της παρακμής του ελληνικού κρατισμού και σήμερα έμβλημα της κινεζικής παρουσίας στην Ευρώπη – βρίσκεται στο επίκεντρο στρατηγικών επενδύσεων που φιλοδοξούν να τον καταστήσουν τον μεγαλύτερο λιμένα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Το μεγάλο έργο επέκτασης για την εξυπηρέτηση της κρουαζιέρας, που συγχρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ, προχωρά – σύμφωνα με τις αρχές – "με γρήγορους ρυθμούς", παρότι η υλοποίηση των συνοδών έργων έχει ήδη συναντήσει καθυστερήσεις λόγω γραφειοκρατικών και δικαστικών εμποδίων.
Στην καρδιά των εξαγγελιών βρίσκεται ένα δίκτυο "πράσινων" λεωφορείων που θα συνδέει τον λιμένα με μέσα σταθερής τροχιάς, ενώ παράλληλα εξετάζεται η δημιουργία θαλάσσιας διασύνδεσης μεταξύ του λιμανιού και του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ) – ένα είδος υδάτινου shuttle για την αποσυμφόρηση της κυκλοφορίας.
Πρόκειται αναμφίβολα για κινήσεις με περιβαλλοντικό αποτύπωμα περιορισμένο σε σύγκριση με τη συνολική δραστηριότητα του λιμένα. Ωστόσο, η COSCO επιδιώκει μέσω αυτών να υπογραμμίσει τη συμμόρφωσή της με τις ευρωπαϊκές περιβαλλοντικές απαιτήσεις, την ώρα που ο πολιτικός διάλογος για τις υποδομές "cold ironing" – ηλεκτροδότηση πλοίων από τη στεριά – παραμένει σε εμβρυακό στάδιο.
Στη διάρκεια της συνάντησης, οι εκπρόσωποι του ΟΛΠ υπογράμμισαν τη δέσμευσή τους να τηρηθούν τα προβλεπόμενα από την ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία χρονοδιαγράμματα. Μια δήλωση που δεν στερείται σημασίας, ιδίως αν ληφθεί υπόψη το ιστορικό αντιπαραθέσεων της COSCO με την ελληνική Διοίκηση για ζητήματα όπως η υλοποίηση συμβατικών υποχρεώσεων ή η νομιμότητα παρεμβάσεων εντός του λιμένα.
Ο ίδιος ο Περιφερειάρχης Αττικής, με τη δήλωσή του ότι "ο Πειραιάς πρέπει να γίνει το μεγαλύτερο λιμάνι της Νοτιοανατολικής Ευρώπης", εντάσσει το εγχείρημα σε ένα ευρύτερο γεωοικονομικό πλαίσιο. Η παρουσία του στη Σαγκάη, στο περιθώριο της έκθεσης ITB 2025 και της συνάντησης με την κεντρική διοίκηση της COSCO, προϊδεάζει για μια πιο ορατή διασύνδεση της Περιφέρειας με την κινεζική επιχειρηματική στρατηγική.
Παρά τη συμφωνία κορυφής και τη θεσμική ευφορία, παραμένει αναπάντητο το ερώτημα: κατά πόσο τα έργα ανάπλασης αντανακλούν πραγματικά τις ανάγκες των πολιτών των όμορων περιοχών και όχι μόνο τις ανάγκες του logistics hub που οικοδομεί η COSCO;
Ορισμένοι παρατηρητές επισημαίνουν την απουσία θεσμικής διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες, ενώ προβληματισμό προκαλεί η απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων για την ενίσχυση της διαφάνειας ή την αποφυγή φαινομένων "λιμενικού αποκλεισμού" των πολιτών.
Το βέβαιο είναι πως ο Πειραιάς κινείται πάνω σε ένα νήμα λεπτό: ανάμεσα στη στρατηγική εμβάθυνση μιας κινεζικής επένδυσης που θεωρείται από τις πλέον σημαντικές στην Ευρώπη και στην υποχρέωση προσαρμογής σε ένα θεσμικό και πολιτικό περιβάλλον που απαιτεί κοινωνική ανταποδοτικότητα, περιβαλλοντική πρόνοια και σεβασμό στο κράτος δικαίου.