Του Γιώργου Λαμπίρη
Ριζικά αλλάζει η αγορά του κρασιού στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα καθώς κραταιές δυνάμεις του παρελθόντος αφήνουν τη θέση τους σε νέες δυνάμεις της αγοράς αλλά και σε μεσαίους ανερχόμενους δυναμικά παίκτες. Φέτος είναι η πρώτη χρονιά χωρίς την οινοποιία Τσάνταλη, η οποία ουσιαστικά έχει σταματήσει την παραγωγική της δραστηριότητα και πλέον βρίσκεται εκτός αγοράς, εξαντλώντας τα τελευταία της αποθέματα σε δίκτυα διανομής και καταστήματα λιανικής. Πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βγαίνει κερδισμένος ο ανταγωνισμός, χωρίς ωστόσο να αυξάνεται η συνολική πίτα των πωλήσεων για την ελληνική αγορά οίνου.
Αυτή την περίοδο έχει ξεκινήσει να αποτυπώνεται με σαφήνεια η απουσία του Τσάνταλη από τα ράφια των σούπερ μάρκετ καθώς και από τα δίκτυα χονδρικής. Καθότι έως και τον Ιούλιο του 2023 συνέχιζε η ιστορική οινοποιία να έχει ακόμα παρουσία στην αγορά, στηριζόμενη στα αποθέματά της, ακολούθως κατά την περίοδο του φθινοπώρου δεν πραγματοποίησε για πρώτη φορά τρύγο στους αμπελώνες της και δεν προχώρησε σε νέες οινοποιήσεις. Σημειώνεται ότι η Τσάνταλης είχε ανελλιπή παρουσία στην αγορά τα προηγούμενα 133 χρόνια.
Η μεγάλη αλλαγή και η εκκρεμότητα της εξαγοράς
Η απουσία του Τσάνταλη θεωρείται και είναι από τους ανθρώπους της αγοράς ως μία μεγάλη αλλαγή και συνεχίζει να αποτελεί εκκρεμότητα το εάν θα την αποκτήσουν τα Ελληνικά Οινοποιεία των αδελφών Γεωργιάδη και του Γιάννη Αντετοκούνμπο ή όχι. Η μεγαλύτερη δυσκολία πάντως στην περίπτωση του Τσάνταλη έγκειται στο γεγονός ότι η εταιρεία έχει διακόψει την παραγωγή της σε αντίθεση με τον Μπουτάρη που επίσης εξαγόρασε τα Ελληνικά Οινοποιεία και συνέχισε απρόσκοπτα την παραγωγική του δραστηριοποίηση ακόμα και στην περίοδο των έντονων προβλημάτων που αντιμετώπισε.
Εκτιμάται πάντως ότι πολύ δύσκολα θα καταφέρει να αναβιώσει ο Τσάνταλης ακόμα και μετά από ενδεχόμενη εξαγορά του από ενδιαφερόμενο επενδυτή, δεδομένου ότι η τοποθέτηση στην αγορά αποτελεί την κεφαλαιοποίηση δουλειάς πολλών ετών, η οποία χάνεται ραγδαία μόλις ανακύψουν τα πρώτα προβλήματα. Άλλωστε οι δυσχέρειες του Τσάνταλη είναι πολυετείς και πλέον φαίνεται ότι έφτασε στο μη περαιτέρω, με αποτέλεσμα να διακόψει τη λειτουργία του.
Οι ίδιες πηγές εκτός από λάθη στη διαχείριση των οικονομικών, αναφέρουν ότι ο Τσάνταλης αντιμετώπιζε προβλήματα και για άλλους λόγους που σχετίζονταν με την εμπορική του πολιτική -και όχι μόνο- και επομένως η επιστροφή του στην αγορά κάθε άλλο παρά δεδομένη μπορεί να θεωρείται. Πρόκειται άλλωστε για μία επιχείρηση που πριν από μερικά χρόνια έκανε τζίρο 40 εκατομμύρια ευρώ και πριν τη διακοπή λειτουργίας της έφτασε στα 20 εκατομμύρια ευρώ, χάνοντας την άλλοτε κραταιά θέση της στην αγορά.
Το αίνιγμα του Κουρτάκη
Ένα ακόμα μεγάλο αίνιγμα αποτελεί η Ελληνικά Κελλάρια Οίνων της οικογένειας Κουρτάκη. Εκτός από την ευρύτερη πορεία των πωλήσεών της, η οποία είναι πτωτική τον τελευταίο καιρό, έχασε σημαντικούς συνεργάτες στον τομέα της διανομής σε διάστημα δυόμισι ετών. Θυμίζουμε ότι είχε στο χαρτοφυλάκιό της και διένειμε τα προϊόντα της Μπαμπατζίμ, του Ανέστη Μπαμπατζιμόπουλου, τα κρασιά του συνεταιρισμού Σαντορίνης - Santo Wines και τα κρασιά του συνεταιρισμού της Σάμου, καθώς και τα κρασιά του γαλλικού οίκου Les Grands Chais de France. Πλέον δεν διαθέτει κανένα από τα προαναφερόμενα.
Η Μπαμπατζίμ υπολογίζεται ότι απέφερε περίπου 3 εκατομμύρια ευρώ ετησίως στον τζίρο της Ελληνικά Κελλάρια Οίνων, πριν την αναλάβει και τελικά την εξαγοράσει η Cavino με έδρα το Αίγιο, συμφερόντων της οικογένειας Αναστασίου. Περίπου 2 εκατομμύρια ευρώ απέφεραν τα κρασιά του Συνεταιρισμού Σάμου και επιπλέον 2 εκατομμύρια ευρώ τα κρασιά του Συνεταιρισμού Σαντορίνης και περίπου 1 εκατομμύριο ευρώ η Les Grands Chais de France. Έτσι, η εταιρεία που το 2019 -προ πανδημίας- είχε κύκλο εργασιών 28,47 εκατομμύρια ευρώ, το 2021 είχε κύκλο εργασιών 24,62 εκατ. ευρώ και το 2022 ήταν περαιτέρω μειωμένος στα 23,93 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα, τα οικονομικά της αποτελέσματα μετά από φόρους το 2019 ήταν κέρδη 57,19 χιλιάδων ευρώ, το 2021 ήταν ζημίες 300,72 χιλιάδων ευρώ και το 2022 επίσης ζημίες 140,4 χιλιάδων ευρώ. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η εταιρεία το 2018 είχε κύκλο εργασιών 31,2 εκατομμύρια ευρώ με καθαρά κέρδη μετά από φόρους 104,18 χιλιάδες ευρώ.
Κρίσιμο το 2024
Το 2023 εκτιμάται ότι κατάφερε να αυξήσει τον κύκλο εργασιών της, έχοντας ακόμα τα κρασιά της Σάμου και τη Santo Wines στο χαρτοφυλάκιό της -και προσθέτοντας την αποσταγματοποιία Κατσάρου- με την εκτίμηση να κάνει λόγο για κύκλο εργασιών στα 24,5 έως 25 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, το 2024 θεωρείται μία χρονιά ιδιαίτερα κρίσιμη καθότι ξεκινάει τη χρονιά του με -5 εκατομμύρια ευρώ, έχοντας απωλέσει τα έσοδα από τους Συνεταιρισμούς Σάμου και Σαντορίνης αλλά και εκείνα της Les Grands Chais de France.
Η Ελληνικά Κελλάρια Οίνων επιδίωξε να καλύψει το κενό της Μπαμπατζίμ, συνάπτοντας συμφωνία στις αρχές του 2023 με την αποσταγματοποιία Κατσάρος. Ωστόσο όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς, χρειάστηκε να προσεγγίσει ανεπιτυχώς αρκετούς υποψήφιους συνεργάτες όπως ο Συνεταιρισμός Νεμέας και ο Συνεταιρισμός Νάουσας "Βαένι" πριν καταλήξει σε συνεργασία με την αποσταγματοποιία Κατσάρος.