Του Derek Saul
Ο κορυφαίος δείκτης του αμερικανικού χρηματιστηρίου έκλεισε την εβδομάδα σχεδόν χωρίς μεταβολή, καλύπτοντας μια εβδομάδα-"τρενάκι του τρόμου" για τον S&P 500 που περιελάμβανε τις καλύτερες και τις χειρότερες ημέρες του τελευταίου 18μηνου και προσφέροντας μια ανησυχητική υπενθύμιση της άστατης φύσης του χρηματιστηρίου.
Μετά την άνοδο του κατά 0,5% την Παρασκευή, ο S&P έκλεισε την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου με πτώση 0,05%, υποχωρώντας ελαφρά από τις 5.346,56 στις 5.344,16 μονάδες.
Στην πραγματικότητα, ο S&P μόλις κατέγραψε την τέταρτη εβδομάδα του με εβδομαδιαία κίνηση λιγότερο από 0,1% τα τελευταία δύο χρόνια, πίσω όμως από αυτή την κανονικότητα κρύβονταν μεγάλες αναταράξεις.
Ο S&P σημείωσε πτώση 3% τη Δευτέρα, εν μέσω παγκόσμιου τρόμου για μια επικείμενη χρηματιστηριακή κατάρρευση, εν μέρει συνδεδεμένη με τη χειρότερη από την αναμενόμενη μηνιαία ανεργία στις ΗΠΑ, με τον "δείκτη φόβου" της Wall Street να εκτοξεύεται για λίγο σε ένα επίπεδο που δεν είχε παρατηρηθεί από τον Μάρτιο του 2020, τις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας του κορονοϊού, πριν ανακάμψει γρήγορα καθώς νέα δεδομένα για την απασχόληση στη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη κατασίγασαν τη νευρικότητα για μια επικείμενη ύφεση.
"Οι επενδυτές έχουν γίνει αρκετά εύκολοι στις αντιδράσεις μετά από μια ισχυρή και σταθερή περίοδο για την αγορά", παρατήρησε ο Mark Hackett, επικεφαλής επενδυτικής έρευνας της Nationwide, σε σχόλια μέσω email.
Οι άλλοι δύο κορυφαίοι αμερικανικοί δείκτες μετοχών, ο Dow Jones Industrial Average και ο Nasdaq Composite, ανέκτησαν επίσης το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών τους αυτής της εβδομάδας, με τον Dow να ολοκληρώνει την εβδομάδα με πτώση 0,2% και τον τεχνολογικό Nasdaq να σημειώνει εβδομαδιαία απώλεια 0,6%.
"Τα αφηγήματα της αγοράς μπορούν να αλλάζουν γρήγορα, δεν είναι όμως πάντα ορθά", έγραψε στους πελάτες ο Λάρι Άνταμ, επικεφαλής επενδύσεων του Raymond James, σχετικά με αυτή την έντονη διακύμανση στις μετοχές.
Ιστορία
Η έκθεση για τις θέσεις εργασίας της περασμένης Παρασκευής πυροδότησε φόβους για ύφεση λόγω του συχνά αναφερόμενου δείκτη Sahm, ο οποίος παρακολουθεί τις αλλαγές στο ποσοστό ανεργίας. Οι ταυτόχρονες ανησυχίες σχετικά με την υπόδειξη της ιστορικά "λιτής" κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας, Bank of Japan, ότι θα αυξήσει τα επιτόκια για να σταθεροποιήσει το γεν προκάλεσε το κραχ, με πολλούς να φοβούνται μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Οι χρηματιστηριακοί δείκτες παγκοσμίως παραμένουν χαμηλότερα από τα υψηλά όλων των εποχών που σημειώθηκαν νωρίτερα φέτος, ακόμη και μετά την ανάκαμψη, με τον ευρωπαϊκό Stoxx 600 να έχει υποχωρήσει 5% από την ιστορική κορύφωσή του που κατεγράφη τον Μάιο, τον S&P να έχει απωλέσει 6% από την κορυφή του Ιουλίου και τον Ιαπωνικό Nikkei να βρίσκεται κατά 17% χαμηλότερα από το ιστορικό υψηλό του Ιουλίου.
Δεν είναι ούτε κατά διάνοια ώρα να κηρύξει κανείς νίκη απέναντι στις προοπτικές ύφεσης - η Goldman Sachs και η JPMorgan Chase τοποθετούν τις πιθανότητες να υπάρξει ύφεση στις ΗΠΑ στο 25% ή περισσότερο τον επόμενο χρόνο - και περαιτέρω απώλειες των μετοχών θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι στον ορίζοντα, ωστόσο γενικά είναι πολύ φυσιολογικό οι μετοχές να υποχωρούν στο δρόμο προς τα μακροπρόθεσμα κέρδη.
Μεταξύ 1928 και 2019, ο S&P έχει καταγράψει μέση ανώτατη ετήσια πτώση 16%, σύμφωνα με την Bespoke Investment Group. Το φετινό ποσοστό της, το οποίο ορίζεται ως η πιο απότομη πτώση της τιμής ενός περιουσιακού στοιχείου από το ιστορικό υψηλό όλων των εποχών, είναι μόλις 8,5%, μετά βίας δηλαδή "πυροδοτεί" ιστορικούς αρνητικούς συνειρμούς. "Ενώ τα sell-off δεν είναι ποτέ ψυχολογικά άνετα για τους επενδυτές, για φέτος είναι αρκετά ήπια από ιστορική άποψη", σημείωσε ο Adam.