Της Ματίνας Χαρκοφτάκη
Μετά από αρκετούς μήνες έντονης φημολογίας και σεναρίων, εν τέλει οι παρατεταμένες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον όμιλο Quest και την γερμανική εταιρεία General Logistics Systems (GLS) μετουσιώθηκαν σε συμφωνία με κεντρικό άξονα την ACS. Όπως γνωστοποίησε με ανακοίνωση της μετά τη λήξη της χθεσινής συνεδρίασης του χρηματιστηρίου, η εισηγμένη του Θεόδωρου Φέσσα στην οποία ανήκει η εταιρεία ταχυμεταφορών, έκλεισε το deal, το οποίο ανοίγει την πόρτα για την είσοδο της GLS στην ACS μέσω της απόκτησης σε πρώτο στάδιο μεριδίου 20% έναντι τιμήματος 74 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, η GLS διατηρεί το δικαίωμα να αγοράσει ("call option") το υπόλοιπο 80% των μετοχών της ACS, σε ορίζοντα ενός ή δύο ετών, δηλαδή είτε στις 31 Οκτωβρίου 2025, ή στις 30 Οκτωβρίου 2026, έναντι προσυμφωνημένου ελάχιστου τιμήματος ύψους 296 εκατ. ευρώ, κάτι που σήμερά αποτιμά συνολικά την εταιρεία courier στα 370 εκατ. ευρώ.
Σε περίπτωση, ωστόσο, που η GLS δεν ασκήσει το παραπάνω δικαίωμα αγοράς, τότε η Quest θα έχει το δικαίωμα επαναγοράς του 20% των μετοχών της ACS, μέσω ενός προσυμφωνημένου μηχανισμού. Η ανακοίνωση ξεκαθαρίζει ότι μέχρι να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα αγοράς και του εναπομείναντα ποσοστού, η εταιρεία courier θα συνεχίσει να τελεί υπό το υφιστάμενο καθεστώς διοίκησης και λειτουργίας.
Παλιός γνώριμος
Θυμίζουμε ότι το όνομα της GLS είχε ακουστεί με μεγάλη ένταση τον περασμένο Φεβρουάριο, οδηγώντας τότε την Quest να επιβεβαιώσει ότι βρίσκεται σε προκαταρκτικές συζητήσεις με ενδιαφερόμενο επενδυτή. Η εταιρεία δήλωνε τότε ότι εξετάζει προσεκτικά οποιαδήποτε σοβαρή επενδυτική πρόταση, χωρίς όμως να αποκαλύψει την ταυτότητα του δυνητικού αγοραστή. Καθοριστικό στοιχείο για την επίτευξη συμφωνίας αποτέλεσε το ύψος του προσφερόμενου τιμήματος και το κατά πόσο αυτό ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις που είχε θέσει ο όμιλος Quest. Στο μεσοδιάστημα διατήρησε σιγή ιχθύος, κρατώντας τα χαρτιά της κλειστά.
Η εισηγμένη, όπως φαίνεται, δεν κοίταξε πολύ μακριά. Η ACS αποτελεί γνώριμα ύδατα για την GLS, καθώς οι δύο εταιρείες ήδη συνεργάζονται για αποστολές που κατευθύνονται σε προορισμούς εντός της Ευρώπης.
Ποια είναι η GLS
Να σημειωθεί ότι η General Logistics Systems (GLS), αρχικά γνωστή ως German Parcel, ιδρύθηκε το 1989 με στόχο τη δημιουργία μιας εθνικής υπηρεσίας παράδοσης δεμάτων στη Γερμανία. Το 1999, η Royal Mail εξαγόρασε την εταιρεία και τη μετονόμασε σε GLS, η οποία πλέον δραστηριοποιείται σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Η GLS ειδικεύεται στην παράδοση δεμάτων, εξυπηρετώντας τόσο ιδιώτες όσο και επιχειρήσεις. Με την πάροδο των χρόνων, η εταιρεία επεκτάθηκε σημαντικά μέσω εξαγορών, όπως της Golden State Overnight στις ΗΠΑ και της Dicom στον Καναδά, ενισχύοντας περαιτέρω την παγκόσμια παρουσία της. Με έδρα το Άμστερνταμ, απασχολεί πάνω από 23.000 εργαζομένους και στην οικονομική χρήση 2023/24 κατέγραψε έσοδα ύψους 5,6 δισ. ευρώ ενώ σήμερα παραμένει ένας από τους σημαντικότερους παρόχους υπηρεσιών logistics, γνωστός για το εκτεταμένο δίκτυο παραδόσεων.
Η θέση της ACS στην αγορά ταχυμεταφορών
Από την άλλη, η ACS κατέχει ένα σημαντικό μερίδιο στην εγχώρια αγορά ταχυμεταφορών, με ποσοστό 25% στο εσωτερικό δίκτυο. Αν συμπεριληφθούν και οι διεθνείς ταχυμεταφορές που εξυπηρετεί, το μερίδιο αγοράς της αυξάνεται κατά 10%, φτάνοντας συνολικά στο 35%. Κατά το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς, η εταιρεία courier σημείωσε αύξηση εσόδων κατά 5,5% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, φτάνοντας τα 77,1 εκατ. ευρώ. Η αύξηση αυτή αποτυπώθηκε και στην κερδοφορία, με τα κέρδη προ φόρων να αυξάνονται κατά 5,2%. Τα καθαρά κέρδη της εταιρείας διαμορφώθηκαν στα 8 εκατ. ευρώ. Η ανάπτυξη αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην πορεία του ηλεκτρονικού εμπορίου, το οποίο παρέμεινε περιορισμένο, αλλά σε μεγάλο βαθμό προήλθε από την επιστολική ψήφο για τις Ευρωεκλογές, όπου η εταιρεία είχε αναλάβει μέρος των παραδόσεων και αποστολών για τη διαδικασία.
Έχοντας υλοποιήσει ένα επενδυτικό πλάνο ύψους 50 εκατ. ευρώ την τελευταία τριετία, επικεντρωμένο στη δημιουργία ενός νέου κέντρου διαλογής στο Αιγάλεω με συνολική έκταση 36.000 τ.μ., η εταιρεία σχεδιάζει να επενδύσει επιπλέον 50 εκατ. ευρώ. Από αυτά, 15 εκατ. ευρώ θα διατεθούν για την ενίσχυση του "last mile", με κύριο στόχο την εγκατάσταση περισσότερων έξυπνων θυρίδων σε ολόκληρη την Ελλάδα, διευκολύνοντας τις παραδόσεις και βελτιώνοντας την εξυπηρέτηση πελατών.