Του Paul Iddon
Τα ρωσικής κατασκευής πυραυλικά συστήματα αεράμυνας της Ελλάδας και της Τουρκίας βρέθηκαν πρόσφατα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντας, μετά την ταυτόχρονη έγκριση των Ηνωμένων Πολιτειών για την πώληση νέων μαχητικών αεροσκαφών στους δύο ΝΑΤΟϊκους συμμάχους.
Στα τέλη Ιανουαρίου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενέκρινε την πώληση μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35 Lightning II αξίας 8,6 δισ. δολαρίων στην Ελλάδα, παράλληλα με την πώληση 40 Block 70 F-16 Vipers και 79 κιτ αναβάθμισης έναντι 23 δισ. δολαρίων στη γειτονική Τουρκία.
Σε επιστολή του προς τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν επανέλαβε το ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον "για τις αμυντικές δυνατότητες που θα μπορούσε να μεταφέρει ή πουλήσει η Ελλάδα στην Ουκρανία".
"Εάν αυτές οι δυνατότητες ενδιαφέρουν την Ουκρανία και εν αναμονή της επανεξέτασης της κατάστασης και της σχετικής αξίας τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, μπορούμε να διερευνήσουμε ευκαιρίες για πιθανές πρόσθετες FMF (Foreign Military Financing) έως 200 εκατομμύρια δολάρια για την Ελλάδα.", αναφέρεται στην επιστολή.
Αν και ο Μπλίνκεν δεν αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα όπλα, η επιστολή αναζωπύρωσε τις εικασίες ότι η Ουάσινγκτον θέλει να μεταφέρει η Αθήνα τα συστήματα S-300 PMU-1 από την Κρήτη στο Κίεβο, τώρα που λαμβάνει μαχητικά αεροσκάφη πέμπτης γενιάς.
"Δεν είναι καινούργιο θέμα στις ελληνοαμερικανικές συζητήσεις και είναι κατανοητό ότι η αμερικανική πλευρά προσπαθεί να πιέσει την Ελλάδα να μεταφέρει τους S-300 της για να βοηθήσει την Ουκρανία", επισημαίνει ο Γιώργος Τζογόπουλος, ανώτερος συνεργάτης στο γαλλικό Centre International de Formation Européenne.
"Αυτό που έχει σημασία για την ελληνική πλευρά είναι η ενδεχόμενη αντικατάσταση των S-300 με αμυντικά συστήματα ίδιας δυναμικότητας και ίδιας ή υψηλότερης ποιότητας. Δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό σημείο", πρόσθεσε ο Τζογόπουλος. "Αλλά ακόμη και αν οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να λάβουν σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες της Ελλάδας, το θέμα παραμένει ευαίσθητο για την ελληνική κυβέρνηση".
Σύμφωνα με ελληνικά ΜΜΕ, η ηγεσία της χώρας "έχει ήδη δώσει τις οδηγίες για τη μεταφορά παλιών συστημάτων και παλιού εξοπλισμού" στην Ουκρανία. Πρόκειται για υλικό από τα αποθέματα ρωσικού οπλισμού της Ελλάδας. Λίγες ημέρες μετά την επιστολή Μπλίνκεν, η ελληνική κυβέρνηση επανέλαβε ότι δεν θα μεταφέρει κανέναν S-300 στην Ουκρανία, τους οποίους το Κίεβο θα χρειαζόταν για να ενισχύσει την αεράμυνά του σε μεγάλο βεληνεκές εν μέσω απανωτών ρωσικών επιθέσεων με drones και πυραύλους.
"Δεν θα τοποθετούσα τους S-300 στην ίδια κατηγορία με άλλα σοβιετικά συστήματα (η Ελλάδα, για παράδειγμα, έχει ήδη στείλει άρματα μάχης BMP-1 στην Ουκρανία)", επισήμανε ο Τζογόπουλος. "Έτσι, η κατεύθυνση των ελληνοαμερικανικών συζητήσων εξαρτάται από τον τύπο των όπλων που βρίσκεται στην ατζέντα".
Τα πιο προηγμένα συστήματα S-400 που διαθέτει η Τουρκία βρέθηκαν πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Η Αμερικανίδα υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδια για Πολιτικές Υποθέσεις Βικτόρια Νούλαντ δήλωσε στα τουρκικά ΜΜΕ στις 29 Ιανουαρίου ότι εάν Άγκυρα και Ουάσινγκτον μπορούσαν "να επιλύσουν το ζήτημα των S-400", οι ΗΠΑ "θα ήταν ευτυχείς να καλωσορίσουν την Τουρκία πίσω στην οικογένεια των F-35".
Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου για θέματα εθνικής ασφάλειας Τζον Κίρμπι επανέλαβε τη θέση της Νούλαντ δύο ημέρες αργότερα, επαναλαμβάνοντας: "Δεν υπάρχει καμία αλλαγή στην άποψή μας ότι το πρόγραμμα F-35 για την Τουρκία είναι ασύμβατο με τη χρήση των πυραύλων S-300 (sic) και S-400".
Λίγες ημέρες μετά, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν επιβεβαίωσε ότι η Τουρκία θα προτιμούσε να κρατήσει τους S-400.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία απέκτησε τους S-300 -που είχε παραγγείλει η Κύπρος από τη Ρωσία το 1999- για να εκτονώσει την κρίση που κυοφορείτο στην Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία αγόρασε τους S-400, παραλαμβάνοντας την πρώτη παρτίδα το 2019. Αυτή η κίνηση της Άγκυρας την έθεσε εκτός του προγράμματος συμπαραγωγής των F-35, ενώ μπλοκαρίστηκε η αγορά των αμερικανικών stealth μαχητικών. Η Ουάσινγκτον είχε προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι δεν ήταν αποδεκτή η κοινή στρατιωτική παρουσία των F-35 με τους ρωσικούς S-400, καθώς θα επέτρεπε στη Ρωσία να αποκτήσει εικόνα για τις δυνατοτήτες των αμερικανικών stealth μαχητικών
"Παρά τη βαθιά δυσπιστία που χαρακτηρίζει τη σχέση ΗΠΑ - Τουρκίας, η κυβέρνηση Μπάιντεν -όπως και νωρίτερα η κυβέρνηση Τραμπ- προσπαθεί να βρει λύσεις σε αυτό το πρόβλημα που μακροημερεύει", σημειώνει ο Σουλεϊμάν Οζερέν, λέκτορας στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο και ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου Πολιτικής Orion. "Αναγνωρίζοντας τον κρίσιμο ρόλο της Τουρκίας στο πλαίσιο της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και την ευαίσθητη κατάσταση στη Μέση Ανατολή, οι ΗΠΑ δίνουν το σήμα ότι υπάρχει οδός για την επίλυση αυτής της κρίσης".
"Η απόκτηση των ρωσικών S-400 από την Τουρκία έχει εξελιχθεί σε παρατεταμένη κρίση, με το Κογκρέσο να εκφράζει την αντίθεσή του μέχρι πολύ πρόσφατα", πρόσθεσε ο ίδιος. "Καθ' όλη τη διαδικασία, τόσο η προηγούμενη όσο και η νυν αμερικανική κυβέρνηση έχουν στείλει απαρέγκλιτα και με σαφήνεια το ίδιο μήνυμα: αν η απόκτηση των S-400 ολοκληρωθεί, θα υπάρξουν κυρώσεις".
Σε αντίθεση με την Τουρκία, στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπήρξε καμία σύνδεση του γεγονότος ότι διαθέτει τους παλαιότερους S-300 με την αγορά των F-35.
"Η συζήτηση για τα F-35 εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της αμερικανικής τακτικής να αλλάξει την ισορροπία της αεροπορικής ισχύος στο Αιγαίο και να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις της με την Τουρκία υπό αυτό το πρίσμα", παρατήρησε ο κ. Τζογόπουλος. "Η Ελλάδα θα παραλάβει τα F-35 σε μεταγενέστερο στάδιο, ενώ η Τουρκία θα πάρει τώρα τα F-16 και τα αναβαθμισμένα κιτ εξοπλισμού".
"Το συμφέρον της Ελλάδας είναι αυτά τα F-16 να μην χρησιμοποιηθούν για την υποστήριξη της τουρκικής πολιτικής στο Αιγαίο ούτε βραχυπρόθεσμα ούτε μεσοπρόθεσμα", πρόσθεσε. "Τα F-35 δεν θα παίξουν ρόλο για κάποιο χρονικό διάστημα".
Ο Έλληνας αναλυτής υποστήριξε ότι είναι "χρήσιμο" για τις ΗΠΑ να διδαχθούν από τη "συνύπαρξη των F-35 με τους S-300 PMU-1", όπως στην περίπτωση της Ελλάδας. Η Αθήνα φέρεται πως αφήνει την ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία να εκπαιδεύεται εναντίον των S-300 της από τότε που έκανε την πρώτη δοκιμαστική βολή του συστήματος το 2013, πάνω από μια δεκαετία αφότου τους παρέλαβε.
"Αυτό που είναι ακόμη πιο σημαντικό για τις ΗΠΑ είναι ο αντίκτυπος -από την πώληση των F-35 στην Ελλάδα- στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις", επισήμανε ο Τζογόπουλος.
"Γι' αυτό και η πιθανή πώληση των F-35 στην Τουρκία μπήκε στη δημόσια ατζέντα (μέσω της Βικτόρια Νούλαντ): η Τουρκία παραμένει ο ελέφαντας στο δωμάτιο", πρόσθεσε ο ίδιος. "Η Ελλάδα είναι ένας πολύ αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ και δεν θα περίμενα οι περιστασιακές διαφωνίες σχετικά με τα ρωσικά όπλα να επηρέαζαν την εξαιρετική στρατιωτική και αμυντική συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας".
Από την άλλη, ο Όζερεν επεσήμανε ότι η Άγκυρα βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να "μην μπορεί ούτε ενεργοποιήσει ούτε να αντικαταστήσει" τα ρωσικά συστήματα.
"Οι πιθανές εναλλακτικές για επίλυση του προβλήματος -όπως η απενεργοποίηση του συστήματος δίνοντας πρόσβαση στο ΝΑΤΟ για να εποπτεύσει τη διαδικασία ή η πώλησή τους σε τρίτη χώρα- δεν έχουν κάποια ικανοποιητική κατάληξη ούτε για την Ουάσιγκτον ούτε για την Άγκυρα πρόσθεσε ο Όζερεν.
"Επιπλέον, η κρίση των S-400 εκτείνεται πέρα από τη σχέση Τουρκίας - ΗΠΑ", πρόσθεσε. "Η πώληση των S-400 στις ΗΠΑ ή η οριστική αποσυναρμολόγησή τους θα μπορούσε να υποδαυλίσει επικίνδυνη ένταση μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας".
Με την Τουρκία να διατηρεί καλές σχέσεις με τη Ρωσία και να κρατά τις ισορροπίες με Μόσχα και Κίεβο παρόλο που οι δύο πλευρές βρίσκονται σε πόλεμο, το τελευταίο που θέλει η τουρκική ηγεσία είναι μια διαμάχη γι' αυτό το θέμα με το Κρεμλίνο. Ο Ozeren τόνισε ότι η Άγκυρα θα πρέπει να κινηθεί με επιτυχία σε ένα -ακόμα πιο- τεντωμένο σκοινί απ' ό,τι η συρραξη Ουκρανίας - Ρωσίας.
"Η Άγκυρα θέλει να προμηθευτεί F-35 για να ισοφαρίσει το παιχνίδι με την Ελλάδα", δήλωσε ο Ozeren. "Επιπλέον, ενδιαφέρεται να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των F-35, όπου άλλωστε έχει κάνει σημαντικές επενδύσεις".