Του Ariel Cohen
Η πολεμική μηχανή της Ρωσίας δείχνει σαφή σημάδια κόπωσης. Μετά από περίπου τέσσερα χρόνια δημοσιονομικής "διόγκωσης", με τρισεκατομμύρια ρούβλια να πέφτουν στη ρωσική οικονομία, το Κρεμλίνο δεν μπορεί πλέον να κρύψει την αγωνία του. Οι διαβουλεύσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας για μια ειρηνευτική λύση συνεχίζονται, ωστόσο δεν είναι η ώρα να χαλαρώσουν οι πιέσεις προς τη Μόσχα, καθώς οι αμερικανικές κυρώσεις φαίνεται να αποδίδουν καρπούς.
Η Ουάσιγκτον σφίγγει τον κλοιό των κυρώσεων, πλήττοντας τα έσοδα από το πετρέλαιο που τροφοδοτούν την πολεμική μηχανή της Μόσχας. Στο πεδίο της μάχης, ουκρανικά drones επιτίθενται συστηματικά σε ρωσικά διυλιστήρια και πετροχημικά εργοστάσια, τα οποία παράγουν τα έσοδα που είναι απαραίτητα για τη συνέχιση του πολέμου. Στο εσωτερικό της Ρωσίας, αν μεγαλώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα θα δυσκολέψει η προσέλκυση εθελοντών για το μέτωπο. Οι κλυδωνισμοί στη ρωσική οικονομία μεταφέρονται και στις στρατηγικές επιλογές της. Αυτή την πραγματικότητα αγνόησε εντελώς το αρχικό ειρηνευτικό σχέδιο των 28 σημείων. Ο Στιβ Γουίτκοφ και οι άλλοι αρχιτέκτονες του αμερικανικού σχεδίου αγνόησαν την πραγματικότητα και δεν κεφαλαιοποίησαν την πίεση που ασκούν οι Ηνωμένες Πολιτείες στη Μόσχα. Για να αναγκάσει το Κρεμλίνο να διαπραγματευτεί σοβαρά, η Ουάσιγκτον πρέπει να διατηρήσει την πίεση, να φέρει τις δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να πιέσει για πραγματικούς συμβιβασμούς, με την ελπίδα να καταλήξουν σε όρους που θα είναι αποδεκτοί και από τις δύο πλευρές, προς όφελος της ειρήνης. Η εξ ανάγκης παράδοση της Ουκρανίας δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ.
Νωρίτερα τον Νοέμβριο, ο Τραμπ έδωσε το πράσινο φως σε ένα πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας που πλέον βρίσκεται ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων. Το πακέτο έχει σχεδιαστεί για να πιέσει τις χώρες που συνεχίζουν να χρηματοδοτούν τη Μόσχα. Ο στόχος είναι σαφής: να διακοπεί η ροή εσόδων που συντηρεί τον πόλεμο του Κρεμλίνου στην Ουκρανία και να διαβρωθεί πιο γρήγορα η πολεμική οικονομία της Ρωσίας.
Αυτό σηματοδοτεί την κλιμάκωση της οικονομικής πολιορκίας της Ρωσίας από την Ουάσινγκτον. Τον Οκτώβριο, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών έβαλε στη μαύρη λίστα τις Rosneft και Lukoil, μαζί με δεκάδες θυγατρικές τους, και διέταξε την παύση όλων των συναλλαγών έως τις 21 Νοεμβρίου. Αυτή η κίνηση στοχεύει στην καρδιά του ενεργειακού συστήματος της Ρωσίας. Οι Rosneft και Lukoil αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% των εξαγωγών αργού πετρελαίου της Ρωσίας.
Ο ρωσικός ενεργειακός τομέας, παρά τους ευσεβείς πόθους του Βλαντίμιρ Πούτιν, βρίσκεται υπό διαρκή πίεση. Μέχρι τον Σεπτέμβριο, τα συνολικά έσοδα της Ρωσίας από ορυκτά καύσιμα είχαν μειωθεί κατά 4% σε περίπου 629 εκατ. δολάρια την ημέρα, στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη της εισβολής, ενώ τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο μειώθηκαν κατά 26% σε ετήσια βάση. Το αργό που μεταφέρεται δια θαλάσσης ήταν η μόνη εξαίρεση, με τα έσοδα να αυξάνονται κατά 1% και ο όγκος πωλήσεων κατά 3%. Τον Οκτώβριο τα συνολικά έσοδα μειώθηκαν περαιτέρω στα 603 εκατ. δολάρια την ημέρα, ενώ το αργό πετρέλαιο που μεταφέρεται δια θαλάσσης σταμάτησε στα 206 εκατ. δολάρια την ημέρα, χωρίς να καταγραφούν παραδόσεις από τη Rosneft ή τη Lukoil την τελευταία εβδομάδα του μήνα.
Οι πυλώνες της ρωσικής αγοράς αργού πετρελαίου, η Κίνα και η Ινδία, έχουν γίνει οι κύριοι στόχοι των δευτερογενών κυρώσεων. Μόνο τον Οκτώβριο, η Κίνα δαπάνησε περίπου 4,2 δισ. δολάρια για ρωσικό αργό, ενώ η Ινδία αγόρασε πετρέλαιο αξίας περίπου 2,9 δισ. δολαρίων. Ωστόσο, τα πράγματα αλλάζουν. Την τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου, οι κρατικοί πετρελαϊκοί κολοσσοί της Κίνας —Sinopec, PetroChina, Sinochem και Zhenhua Oil— ακύρωσαν τις άμεσες παραδόσεις και πάγωσαν τις νέες αγορές. Ωστόσο, οι παραδόσεις μέσω αγωγών στη βόρεια Κίνα συνεχίζονται χωρίς διακοπή. Η Ινδία ακολουθεί παρόμοια στάση. Οι μεγάλες εταιρείες διύλισης —Reliance Industries, Bharat Petroleum, Hindustan Petroleum, Mangalore Refinery and Petrochemicals και HPCL-Mittal Energy— έχουν σταματήσει τις απευθείας αγορές από τη Rosneft και τη Lukoil.
Το έλλειμμα μεγαλώνει, οι δαπάνες για επιστράτευση αυξάνονται
Για να συνεχίσει να έχει εθελοντές για το μέτωπο στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο πρέπει να συνεχίσει να έχει χρήματα. Πολλά χρήματα: αυτό είναι το μοντέλο του πολέμου του. Μόνο το γ' τρίμηνο, περισσότεροι από 135.000 Ρώσοι υπέγραψαν συμβάσεις με το Υπουργείο Άμυνας, με τον συνολικό αριθμό των νεοσύλλεκτων να "αγγίζει" από την αρχή του έτους τους 263.000, περίπου 29.000 τον μήνα.
Η Ρωσία συνεχίζει να διεξάγει έναν πόλεμο φθοράς και να αντιμετωπίζει το ανθρώπινο δυναμικό ως αναλώσιμο. Η τακτική του ρωσικού στρατού είναι παρόμοια με εκείνη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου: να προωθεί κατά κύματα στρατιώτες στο μέτωπο, να χάνει μεγάλο αριθμό στρατιωτών ως "αντίτιμο" για οριακές προωθήσεις επί του εδάφους, και να καταβάλλει στις οικογένειες των θυμάτων αποζημιώσεις.
Αλλά αυτό το μοντέλο δύσκολα πλέον μπορεί να διατηρηθεί. Τα μπόνους στρατολόγησης για τους νεοσύλλεκτους ανέρχονταν κατά μέσο όρο στα 2 εκατομμύρια ρούβλια, ή 20.000 δολάρια, επιβαρύνοντας τις οικονομίες των ρωσικών περιφερειών. Από τον Οκτώβριο, διψήφιος αριθμός περιφερειών έχει εμφανίσει οικονομικό έλλειμμα. Πλούσιες περιφέρειες όπως η Σαμάρα και το Ταταρστάν "ψαλίδισαν" τα μπόνους από 3,6 εκατ. ρούβλια και 2,7 εκατ. ρούβλια, αντίστοιχα, στις 400.000 ρούβλια. Λιγότερο ευημερούσες περιοχές, όπως το Μπασκορτοστάν, προχώρησαν σε αντίστοιχες περικοπές: από 1,6 εκατομμύρια ρούβλια σε 600.000 ρούβλια.
Η αντοχή της Ρωσίας
Οι αρχικοί όροι της ειρηνευτικής συμφωνίας που ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο έφερε στις συνομιλίες της Γενεύης αγνοούσαν εντελώς τις παραπάνω συνθήκες. Η πολεμική μηχανή της Μόσχας χάνει δυναμική τόσο σε ομοσπονδιακό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Οι κυρώσεις πλήττουν τον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας, στερώντας τα έσοδα από το πετρέλαιο που χρηματοδοτούν την εισβολή του Κρεμλίνου. Ταυτόχρονα, οι περιφερειακοί προϋπολογισμοί δεν μπορούν πλέον να απορροφήσουν τα υψηλά μπόνους στρατολόγησης που απαιτούνται για να διατηρηθεί η ροή των επιστρατεύσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το αρχικό σχέδιο των 28 σημείων έθετε σχεδόν ως δεδομένο ότι η Ουκρανία δεν έχει πολύ χρόνο. Περιλάμβανε μέτρα που θα παραβίαζαν την κυριαρχία της Ουκρανίας και θα πίεζαν το Κίεβο να παραχωρήσει εδάφη που δεν έχουν καν καταληφθεί από τη Ρωσία, να μειώσει τον στρατό του κατά περίπου 200.000 άτομα και να αποκηρύξει μόνιμα την ένταξή του στο ΝΑΤΟ — στην πράξη, το σχέδιο άφηνε την Ουκρανία εκτεθειμένη σε μια νέα επιθετικότητα του Κρεμλίνου, μόλις η Μόσχα θα είχε τον χρόνο να ανασυνταχθεί και να αναχρηματοδοτήσει τον πόλεμο της. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας αποδίδουν αλλά θα είναι ακόμα πιο αποτελεσματικές μόνο αν η Ουάσιγκτον συνεχίσει να πιέζει η Μόσχα.