Του Hank Tucker
Λιγότερο από δύο χρόνια μακριά από μια βαθιά, αλλά σύντομη ύφεση η οποία προκλήθηκε από τον Covid το 2020, οι οικονομολόγοι έχουν ήδη στρέψει το βλέμμα τους στην επόμενη. Ο Gary Shilling πιστεύει ότι μια τέτοια θα μπορούσε να είναι εδώ μέχρι το τέλος του 2022, παρέχοντας ώθηση στις τιμές των ομολόγων και απειλώντας τις μετοχές.
Η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) ετοιμάζεται να αυξήσει τα επιτόκια τουλάχιστον τρεις φορές φέτος, ξεκινώντας τον 13ο κύκλο πιστωτικής σύσφιξης από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και εξής. Υφέσεις ακολούθησαν 11 από τους προηγούμενους 12 κύκλους – η μόνη "ήπια προσγείωση", όταν τα επιτόκια αυξήθηκαν και στη συνέχεια μειώθηκαν χωρίς σχετική ύφεση, ήρθε το 1994, οπότε αν η ιστορία αποτελεί κάποιου είδους οδηγό, το θέμα δεν είναι το εάν, αλλά το πότε θα "χτυπήσει" η ύφεση.
Αν και το ΑΕΠ των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 6,9% το δ’ τρίμηνο του 2021 σε σχέση με το προηγούμενο έτος, τα υπερβολικά αποθέματα και η επιβράδυνση των λιανικών πωλήσεων δείχνουν ότι η συρρίκνωση της οικονομίας της χώρας θα μπορούσε να έρθει γρήγορα στο χειρότερο σενάριο.
Άμβλυνση της ανάπτυξης
"Βλέπουμε ήδη μια άμβλυνση της αναπτυξιακής πορείας οικονομίας το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους", λέει ο Shilling, πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων A. Gary Shilling & Co με έδρα το New Jersey και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της Merrill Lynch. "Εάν συνυπολογίσει κανείς και μια επερχόμενη συμπίεση από πλευράς Fed, νομίζω ότι θα μπορούσε να ποντάρει σε μια ύφεση που θα ξεκινήσει πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους".
Η συσσώρευση αποθεμάτων αντιπροσώπευε 4,9 ποσοστιαίες μονάδες της αύξησης του ΑΕΠ του τέταρτου τριμήνου, με τα συνδυασμένα αποθέματα των Target και Walmart να σημειώνουν ιστορικά υψηλά στο τέλος του 2021. Όμως, με το καταναλωτικό κλίμα στα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία και τις λιανικές πωλήσεις μειωμένες κατά 1,9% τον Δεκέμβριο, τα καταστήματα μπορεί να χρειαστεί να μειώσουν τις παραγγελίες προκειμένου να εκκαθαρίσουν τα υπάρχοντα προϊόντα τους, μειώνοντας τις δυνατότητες ανάπτυξης της οικονομίας.
Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε κακό οιωνό για τον S&P 500, ο οποίος έχει υποχωρήσει κατά 5% από τις αρχές του 2022, παρά την ανάκαμψη τις τελευταίες δύο εβδομάδες, αλλά ταυτόχρονα καλά νέα για τις τιμές των ομολόγων, οι οποίες επίσης έχουν μειωθεί φέτος, με τις αποδόσεις να αυξάνονται εν αναμονή των αυξήσεων επιτοκίων από πλευράς Fed.
Ελκυστικά T-Bonds
Η εταιρεία διαχείρισης ομολόγων με έδρα το Ώστιν του Τέξας, Hoisington Investment Management, συμφωνεί με την απαισιόδοξη πρόβλεψη του Shilling για την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και με την συνακόλουθα ανοδική του πρόβλεψη για τα ομόλογα. "Με την αύξηση του χρήματος να είναι πιθανό να επιβραδυνθεί ακόμη πιο απότομα λόγω της μείωσης των αγορών περιουσιακών στοιχείων μέσω των αποφάσεων της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτών Αγορών (FOMC), την ταχύτητα κίνησης του χρήματος σε σημαντική πτωτική τάση, σε συνδυασμό με την αυξημένη παγκόσμια υπερχρέωση, τα φτωχά δημογραφικά στοιχεία και άλλους διόλου ούριους "ανέμους" στο πεδίο της απασχόλησης, ο ιδιαίτερα ισχυρός παρατηρούμενος πληθωρισμός του περασμένου έτους λογικά θα εκτονωθεί αισθητά το 2022", αναφέρει η τριμηνιαία έκθεση ανασκόπησης και προβλέψεων της Hoisington.
Η τελευταία πιστεύει ότι οι κακές οικονομικές συνθήκες στο εξωτερικό θα προσελκύσουν ξένους και εγχώριους επενδυτές στα μακροπρόθεσμης λήξης κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, πιέζοντας έτσι τις αποδόσεις προς τα κάτω.
Τα ομόλογα έχουν γνωρίσει ένα ράλι τεσσάρων δεκαετιών που ξεκίνησε το 1981, όταν η απόδοση του 30ετούς ομολόγου του αμερικανικού δημοσίου έφτασε το 14,6%. Σύμφωνα με την Bianco Research, 100 δολάρια που επενδύθηκαν σε ένα 25ετές ομόλογο μηδενικού κουπονιού όταν αυτές οι αποδόσεις κορυφώθηκαν τον Οκτώβριο του 1981 θα αντιστοιχούσαν σήμερα σε 39.600 δολάρια, με ετήσια απόδοση 16,2%. Τα ίδια 100 δολ. τα οποία θα είχαν επενδυθεί στον S&P 500 στα χαμηλά του το 1982 θα είχαν αυξηθεί σε 11.600 δολ., με συνολική απόδοση 12,9% ετησίως.
Οι τιμές των ομολόγων έχουν αντιστρέψει την πορεία τους τους τελευταίους 18 μήνες, με τις αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου των ΗΠΑ να πλησιάζουν το 2% για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2020. Ο Shilling θεωρεί ότι η αγορά έχει ήδη τιμολογήσει τις αναμενόμενες αυξήσεις επιτοκίων του τρέχοντος έτους.
Ιστορικά, κάθε άνοδος 1 ποσοστιαίας μονάδας για το επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων αντιστοιχεί σε αύξηση 0,36% της απόδοσης του 10ετούς T-Bond, η οποία είναι ήδη αυξημένη κατά 0,5% από τότε που η Fed σηματοδότησε τις προθέσεις της τον Δεκέμβριο. Καθώς ο πληθωρισμός θα αρχίσει επίσης να υποχωρεί από μήνα σε μήνα, οι αποδόσεις ενδέχεται να κορυφωθούν.
Μείωση επιτοκίων... εν όψει
"Σε μια ύφεση, θα δείτε τη Fed να αναγκάζεται να βάλει όπισθεν. Συχνά αλλάζει κατεύθυνση ακόμη και πριν ξεκινήσει μια ύφεση, αναγνωρίζοντας ότι την έχει προκαλέσει", λέει ο Shilling. "Εκεί έχουμε ένα ράλι για τα ομόλογα ως ασφαλές καταφύγιο, ενώ η ζήτηση για δανεισμό εξασθενεί κατά τις υφέσεις, όταν κανείς δεν δανείζεται πραγματικά, επομένως έχουμε τώρα όλους εκείνους τους παράγοντες που κατά βάση θα εγγυούνταν τη μείωση των επιτοκίων".
Για τι είδους μείωση μιλούμε ωστόσο; Ο Shilling δεν αποκλείει την επιστροφή στα χαμηλά του καλοκαιριού του 2020. Πιστεύει ότι η φυγή προς τα προάστια των αμερικανικών πόλεων η οποία φούσκωσε τις τιμές των κατοικιών τον πρώτο χρόνο της πανδημίας έχει ξεφύγει πια από το αποκορύφωμά της, με την αγορά κατοικίας να οδεύει προς διόρθωση.
Φοβάται επίσης ένα βαθύτερο κραχ για τις μετοχές, αφού οι επενδυτές έχουν περάσει χρόνια αιμοδοτώντας τις αγοραίες αξίες μετοχών meme, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα εταιρικά κέρδη και με υπερβολική εμπιστοσύνη στις "επιθετικές" προβλέψεις για τις κινήσεις των Εταιρειών Εξαγορών Ειδκού Σκοπού (SPAC).
Εάν οι αποδόσεις των 30ετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου μειώνονταν από τα τρέχοντα επίπεδά τους του 2,1% και πάλι στο 1% σε ένα έτος, αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα συνολική απόδοση 30,7% - καλύτερη ακόμη και από τις πλέον ρόδινες προβλέψεις για τη φετινή χρηματιστηριακή αγορά.