Οι δασμοί του Τραμπ απειλούν με "κρίση εμπιστοσύνης" το δολάριο

Οι δασμοί του Τραμπ απειλούν με "κρίση εμπιστοσύνης" το δολάριο

Του Nick Sargen
 
Το δολάριο ξεκίνησε αδύναμα τη χρονιά υποχωρώντας άνω του 5% από το ιστορικό υψηλό του. Όμως, μια νέα πτώση μπορεί να έχει μόλις αρχίσει. Την επομένη της "Ημέρας Απελευθέρωσης" που ανακήρυξε ο Ντόναλντ Τραμπ  με τους δασμούς του, ο δείκτης Bloomberg Dollar Spot σημείωσε την πιο μεγάλη ενδοημερήσια πτώση του, κατά 2,1%, από τις αρχές του 2005.

Οι επενδυτές θα μπορούσαν να αψηφήσουν αυτή την υποχώρηση, λαμβάνοντας υπόψη ότι το δολάριο ανατιμήθηκε κατά 18% τα τελευταία τρία χρόνια. Ωστόσο, φαίνεται ότι αναζητούν ένα νέο ασφαλές περιουσιακό στοιχείο, με την τιμή του χρυσού να έχει εκτιναχθεί κατά 17% φέτος σε ιστορικό υψηλό, στα επίπεδα των 3.100 δολαρίων.

Η αποδυνάμωση του δολαρίου δεν οφείλεται στις εξελίξεις της νομισματικής πολιτικής. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ διατήρησε αμετάβλητο το επιτόκιο της το α' τρίμηνο του 2025, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσε το επιτόκιο κατά 0,5% και ετοιμάζεται να προχωρήσει σε νέες περικοπές. Επομένως, οι διαφορές των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων έχουν κινηθεί υπέρ του δολαρίου.

Ο κύριος παράγοντας που επιβαρύνει το δολάριο είναι ο παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος που κήρυξε ο Τραμπ. Ξεκίνησε με δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα από τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα και στις 2 Απριλίου τον επέκτεινε και σε άλλες χώρες. Ο Τραμπ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα εφαρμόσουν οριζόντιους δασμούς 10% σε όλες τις εισαγωγές και θα ισχύσουν πολύ υψηλότεροι ανταποδοτικοί δασμοί για τις χώρες που θεωρεί ότι ακολουθούν "αθέμιτες" εμπορικές πρακτικές σε βάρος των ΗΠΑ με βάση τα διμερή πλεονάσματα που έχουν. Η ενέργεια αυτή είναι μια ρήξη με το μεταπολεμικό καθεστώς που ίσχυε στο διεθνές εμπόριο.

Ο επικεφαλής οικονομικών ερευνών της Fitch Ratings εκτιμά ότι οι αμοιβαίοι δασμοί θα αυξήσουν τον πραγματικό δασμολογικό συντελεστή στις αμερικανικές εισαγωγές σε περίπου 22% από 2,5% το 2024, σύμφωνα με το Reuters. Η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη από τον νόμο περί δασμών Smoot-Hawley (1930) που θεσπίστηκε κατά τη Μεγάλη Ύφεση και θα μπορούσε να διογκωθεί εάν οι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ προβούν σε αντίποινα - που είναι πολύ πιθανό.

Οι εξελίξεις αυτές ενισχύουν το σενάριο οι ΗΠΑ να περάσουν σε φάση στασιμοπληθωρισμού. Αυτό σημαίνει επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, με ταυτόχρονη αύξηση του πληθωρισμού. Το CNBC παρουσίασε τις προβλέψεις 14 οικονομολόγων, πριν την ανακοίνωση των αμοιβαίων δασμών Τραμπ, οι οποίες συνέκλιναν σε ανάπτυξη 0,3% για το α' τρίμηνο, ενώ ο δομικός πληθωρισμός εκτιμάται πως θα παραμείνει πέριξ του 3%.

Στο μεταξύ, ο κίνδυνος μιας παγκόσμιας ύφεσης έχει ενισχυθεί εφόσον οι αμοιβαίοι δασμοί δεν ανακληθούν σύντομα.

Εν μέσω όλων αυτών, η πτώση του δολαρίου μέχρι στιγμής είναι "αβλαβής", με την απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου να έχει υποχωρήσει κατά περίπου 0,75% από το υψηλότερό του επίπεδο τον Ιανουάριο. Αυτό υποδηλώνει ότι οι επενδυτές εστιάζουν έως τώρα στην αποδυνάμωση που φέρνουν οι δασμοί στην οικονομική δραστηριότητα και όχι στον αντίκτυπο από τις υψηλότερες τιμές. 

Ωστόσο, το ενδεχόμενο μιας κρίσης δολαρίου -όπου οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων αυξάνονται σημαντικά, ενώ το δολάριο αποδυναμώνεται- δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, ιδίως εάν ενισχυθούν οι εκτιμήσεις για υψηλότερο πληθωρισμό.

Η τελευταία φορά που το δολάριο βρέθηκε στη "ζώνη της κρίσης" ήταν το 1987. Το δολάριο ήταν εξαιρετικά ισχυρό στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980 ως απάντηση στα υψηλά αμερικανικά επιτόκια, τα οποία συνέβαλαν στη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ και στην επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας. Οι ΗΠΑ και οι G7 υπέγραψαν τη "Συμφωνία του Plaza" τον Σεπτέμβριο του 1985 για να διορθώσουν την υπερβολική άνοδο του δολαρίου, γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα στη Fed να χαλαρώσει τη νομισματική πολιτική της.

Μέχρι τις αρχές του 1987, ωστόσο, το δολάριο είχε υποχωρήσει δραματικά έναντι του ιαπωνικού γιεν και του γερμανικού μάρκου και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν, καθώς οι ξένοι επενδυτές απέφευγαν να αγοράσουν αμερικανικά ομόλογα. Έτσι, ήρθε μια νέα συμφωνία, η "Συμφωνία του Λούβρου", για τη σταθεροποίηση του δολαρίου. Όταν καταργήθηκε λόγω διαφωνίας για τη νομισματική πολιτική τον Οκτώβριο του 1987, το δολάριο βρέθηκε σε ελεύθερη πτώση, καθώς οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ενισχύθηκαν κατά 0,5% και το αμερικανικό χρηματιστήριο σημείωσε απώλειες άνω του 20% σε μία -και μόνο- ημέρα. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής γεφύρωσαν γρήγορα τις διαφορές τους για να σταθεροποιήσουν το δολάριο και τις χρηματοπιστωτικές αγορές, και τα κατάφεραν.

Στη Wall Street συζητείται ότι η δασμολογική πολιτική του Τραμπ αποτελεί μέρος ενός ενορχηστρωμένου σχεδίου για να αναγκάσει τους παγκόσμιους ηγέτες να ενισχύσουν τα νομίσματά τους, βοηθώντας έτσι την αμερικανική μεταποίηση, και να "σπρώξει" ξένες εταιρείες στην κατασκευή εργοστασίων στις ΗΠΑ.


Η "ρίζα" αυτής της ιδέας, που έχει ονομαστεί "Συμφωνία του Mar-A-Lago", είναι ένα έγγραφο που συνέταξε ο Stephen Miran, ο σημερινός πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων, όταν εργαζόταν για ένα hedge fund. Ωστόσο, ο Miran υποστηρίζει ότι μια τέτοια συμφωνία δεν είναι στο τραπέζι, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι το διαπραγματευτικό στυλ του Τραμπ ευνοεί τις διμερείς συμφωνίες έναντι των πολυμερών συμφωνιών.

Μέχρι στιγμής, ο Τραμπ υπαγορεύει τους όρους που πρέπει να αποδεχθούν οι εμπορικοί εταίροι της Αμερικής εάν δεν θέλουν να υποστούν υψηλότερους δασμούς. Και, αν επιλέξουν να προβούν σε αντίποινα, έχει δηλώσει ότι θα ανταποδώσει.

Ωστόσο, οι κινήσεις του Τραμπ με τους δασμούς, η "σύγκλιση" του με τη Ρωσία και η απομάκρυνσή του από την Ουκρανία δημιουργούν αντιδράσεις, καθώς οι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον συνειδητοποιούν ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μην είναι πλέον αξιόπιστος εταίρος. Στο editorial της η Wall Street Journal έγραψε: "Ο κ. Τραμπ γκρεμίζει αυτή την εμπιστοσύνη, καθώς τιμωρεί τους συμμάχους και "πυρπολεί" τη Συμφωνία USMCA (με το Μεξικό και τον Καναδά) που διαπραγματεύτηκε στην πρώτη του θητεία".

Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ οι ΗΠΑ έχουν ένα πρόβλημα "διπλού ελλείμματος" παρόμοιο με αυτό στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ ανέρχεται στο 4% του ΑΕΠ, ενώ το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού ανέρχεται στο 6% του ΑΕΠ. Επομένως, η δυνατότητα χρηματοδότησης αυτών των ανισορροπιών με ευνοϊκούς όρους εξαρτάται από την προθυμία των ξένων οντοτήτων -κρατικών και ιδιωτικών- να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια.

Μέχρι τις αρχές του 1987, ωστόσο, το δολάριο είχε υποχωρήσει δραματικά έναντι του ιαπωνικού γιεν και του γερμανικού μάρκου και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων αυξήθηκαν, καθώς οι ξένοι επενδυτές απέφευγαν να αγοράσουν αμερικανικά ομόλογα. Έτσι, ήρθε μια νέα συμφωνία, η "Συμφωνία του Λούβρου", για τη σταθεροποίηση του δολαρίου. Όταν καταργήθηκε λόγω διαφωνίας για τη νομισματική πολιτική τον Οκτώβριο του 1987, το δολάριο βρέθηκε σε ελεύθερη πτώση, καθώς οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων ενισχύθηκαν κατά 0,5% και το αμερικανικό χρηματιστήριο σημείωσε απώλειες άνω του 20% σε μία -και μόνο- ημέρα. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής γεφύρωσαν γρήγορα τις διαφορές τους για να σταθεροποιήσουν το δολάριο και τις χρηματοπιστωτικές αγορές, και τα κατάφεραν.

Στη Wall Street συζητείται ότι η δασμολογική πολιτική του Τραμπ αποτελεί μέρος ενός ενορχηστρωμένου σχεδίου για να αναγκάσει τους παγκόσμιους ηγέτες να ενισχύσουν τα νομίσματά τους, βοηθώντας έτσι την αμερικανική μεταποίηση, και να "σπρώξει" ξένες εταιρείες στην κατασκευή εργοστασίων στις ΗΠΑ.

Η "ρίζα" αυτής της ιδέας, που έχει ονομαστεί "Συμφωνία του Mar-A-Lago", είναι ένα έγγραφο που συνέταξε ο Stephen Miran, ο σημερινός πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων, όταν εργαζόταν για ένα hedge fund. Ωστόσο, ο Miran υποστηρίζει ότι μια τέτοια συμφωνία δεν είναι στο τραπέζι, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι το διαπραγματευτικό στυλ του Τραμπ ευνοεί τις διμερείς συμφωνίες έναντι των πολυμερών συμφωνιών.

Μέχρι στιγμής, ο Τραμπ υπαγορεύει τους όρους που πρέπει να αποδεχθούν οι εμπορικοί εταίροι της Αμερικής εάν δεν θέλουν να υποστούν υψηλότερους δασμούς. Και, αν επιλέξουν να προβούν σε αντίποινα, έχει δηλώσει ότι θα ανταποδώσει.

Ωστόσο, οι κινήσεις του Τραμπ με τους δασμούς, η "σύγκλιση" του με τη Ρωσία και η απομάκρυνσή του από την Ουκρανία δημιουργούν αντιδράσεις, καθώς οι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον συνειδητοποιούν ότι οι ΗΠΑ μπορεί να μην είναι πλέον αξιόπιστος εταίρος. Στο editorial της η Wall Street Journal έγραψε: "Ο κ. Τραμπ γκρεμίζει αυτή την εμπιστοσύνη, καθώς τιμωρεί τους συμμάχους και "πυρπολεί" τη Συμφωνία USMCA (με το Μεξικό και τον Καναδά) που διαπραγματεύτηκε στην πρώτη του θητεία".

Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ οι ΗΠΑ έχουν ένα πρόβλημα "διπλού ελλείμματος" παρόμοιο με αυτό στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ ανέρχεται στο 4% του ΑΕΠ, ενώ το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού ανέρχεται στο 6% του ΑΕΠ. Επομένως, η δυνατότητα χρηματοδότησης αυτών των "ανισορροπιών" με ευνοϊκούς όρους εξαρτάται από την προθυμία των ξένων οντοτήτων -κρατικών και ιδιωτικών- να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια.

Οι ξένοι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να διακρατούν περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια έως τώρα, καθώς έβλεπαν θετικά τις πολιτικές των ΗΠΑ και ενθαρρύνονταν υπό την "προστατευτική σκέπη των ΗΠΑ. Ωστόσο, εάν ο Τραμπ συνεχίσει να αυξάνει τους δασμούς αδιακρίτως, υπονομεύοντας παράλληλα τις συμμαχίες του, οι επενδυτές ενδέχεται να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους.

Στο παρελθόν ο χρυσός ήταν το περιουσιακό στοιχείο που επέλεγαν, αλλά πλέον οι επενδυτές μπορούν να στραφούν -και να διαφοροποιηθούν- σε άλλα αποθετικά νομίσματα. Η Goldman Sachs εκτιμά ότι το ιαπωνικό γιεν μπορεί να ωφεληθεί από μια κλιμάκωση του παγκόσμιου "εμπορικού πολέμου", ενώ το ευρώ ενισχύεται ήδη.  Στο μεταξύ, οι επενδυτές μετοχών έχουν αρχίσει να μετατοπίζονται από το αμερικανικό χρηματιστήριο στις ευρωπαϊκές και άλλες διεθνείς αγορές. 

Το διακύβευμα είναι κατά πόσον το ρήγμα στο μεταπολεμικό εμπόριο μπορεί να γεφυρωθεί. Δυστυχώς, ίσως χρειαστεί να επιδεινωθούν και άλλο οι οικονομικές συνθήκες για να πειστεί ο Ντόναλντ Τραμπ ότι δεν έχει τα "όπλα" για να κερδίσει έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Εάν οι εμπορικές σχέσεις διακοπούν, οι επιπτώσεις θα μπορούσαν να θυμίσουν τον αντίκτυπο από την κατάρρευση του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών Bretton Woods στις αρχές της δεκαετίας του 1970, που συνοδεύτηκε από στασιμοπληθωρισμό, πτώση του δολαρίου και έντονη μεταβλητότητα στις χρηματιστηριακές αγορές.

Απόδοση - επιμέλεια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος

Περισσότερα από Forbes

Ο Τραμπ σπέρνει χάος και αυτό αρχίζει να φαίνεται στην αγορά εργασίας

Οι επιπτώσεις από τις περικοπές ομοσπονδιακών υπαλλήλων και χρηματοδοτήσεων και το κλίμα αβεβαιότητας.

Αυτός είναι ο ορυκτός πλούτος της Ουκρανίας που θέλει ο Τραμπ

Το Κίεβο υποστηρίζει πως διαθέτει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα γραφίτη, λιθίου, τιτανίου και ουρανίου στην Ευρώπη.

ΗΠΑ και Ευρώπη ψάχνουν για ενεργειακή ασφάλεια σε Ουκρανία και Καζακστάν

Η Αμερική και η Δύση κοιτάζουν προς την Ευρασιατική Ενέργεια.

Τραμπ: "Μοντέλο" Atlantic City για τη Γάζα;

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Τραμπ προβάλλει τις αναπτύξεις πολυτελείας ως εργαλείο αστικής "αναζωογόνησης".

Ο Τραμπ "αυτοπαγιδεύεται" με τους δασμούς

Μπορεί να χρησιμοποιήσει τους δασμούς είτε ως έσοδα είτε ως γεωπολιτικό όπλο – όχι και τα δύο μαζί.

Οι δασμοί Τραμπ θα φέρουν πληθωριστικό "τσουνάμι" και θα "στραγγαλίσουν" τα αμερικανικά νοικοκυριά

Αναμένεται να αυξήσουν τους φόρους, να μειώσουν τα εισοδήματα και να ακριβύνουν τα δασμολογημένα προϊόντα.

O Zuckerberg απαντά στο "Stargate" του Τραμπ με επενδύσεις-ρεκόρ

Η Meta θα αυξήσει τις κεφαλαιουχικές της δαπάνες της το 2025 στο πλαίσιο προώθησης της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Stargate: Το "στοίχημα" των $500 δισ. για να κυριαρχήσουν οι ΗΠΑ στο μέλλον

Το όραμα του Τραμπ είναι να φέρει τις ΗΠΑ στην κορυφή της παγκόσμιας καινοτομίας. Τα εμπόδια και οι προκλήσεις.

Τι σηματοδοτεί η επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο για τις επενδύσεις

Και πώς θα εξαρτηθεί από τις λεπτομέρειες των πολιτικών που θα εφαρμόσει.

Γιατί οι ΗΠΑ έχουν ανάγκη ένα νομοσχέδιο άμεσης μείωσης φόρων

Το οποίο να εγκριθεί και να εφαρμοστεί άμεσα και όχι μελλοντικά.