Της Ελευθερίας Κούρταλη
Το πρώτο εξάμηνο του 2025 πιθανότατα θα σημειωθεί μια μετάβαση από το bullish trade γύρω από την εκλογή Τραμπ, που χαρακτήρισε το μετεκλογικό σκηνικό των αγορών, στο λιγότερο θετικό trade των δασμών Τραμπ, τονίζει η Citigroup. Σε αυτό το πλαίσιο και όσον αφορά τις μετοχές, παραμένει πολύ bullish στις αρχές του επόμενου έτους, αλλά συστήνει μείωση του ρίσκου στη συνέχεια, καθώς πλησιάζουν οι δασμοί. Παραμένει τοποθετημένη για τη συνέχιση του αμερικάνικου εξαιρετισμού με την αγορά των ΗΠΑ να είναι το μεγάλο overweight στο χαρτοφυλάκιό της, ενώ ρευστοποιεί τα κέρδη της από τη στάση underweight που είχε στην Ευρώπη και "γυρίζει" σε neutral και πλέον είναι underweight στην Ιαπωνία.
Οι οικονομολόγοι της Citi είναι σχετικά αισιόδοξοι για την παγκόσμια οικονομία, με τους υπερβολικούς δασμούς να είναι ο βασικός κίνδυνος. Κατά την άποψή τους, η ανάπτυξη φαίνεται να είναι έτοιμη για μια άλλη επίδοση κοντά στην τάση και η πτώση του πληθωρισμού θα επιτρέψει τη συνέχιση των μειώσεων των επιτοκίων. Όσον αφορά τις πολιτικές του Τραμπ, το βασικό σενάριο της Citi είναι η αύξηση των δασμών στην Κίνα κατά 10-15% και των συνολικών δασμών κατά 5%, η επέκταση των φορολογικών περικοπών Τραμπ του 2017 (με πρόσθετες περικοπές που χρηματοδοτούνται από δασμούς και /ή μείωση του κόστους), η απότομη συγκράτηση των εισροών μετανάστευσης (αλλά με μέτριο αντίκτυπο σε μια εποχή χαμηλής ζήτησης εργατικού δυναμικού) και μια ευρεία απορρύθμιση των απαιτήσεων της εποχής Μπάιντεν. Αυτό το… κοκτέιλ θα φέρει μετρίως υψηλότερο πληθωρισμό στις ΗΠΑ, ενώ οι επιπτώσεις στην ανάπτυξη των ΗΠΑ μπορεί να είναι περίπου στο μηδέν.
Ωστόσο, η παγκόσμια ανάπτυξη θα είναι χαμηλότερη απ' ό,τι θα ήταν διαφορετικά. Αυτό θα κάνει τις παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες να προχωρήσουν σε περισσότερες κινήσεις "τόνωσης" της οικονομίας, αλλά μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερη προσοχή στη Fed. Ο κύριος αρνητικός κίνδυνος θα προέρχεται από τους υπερβολικούς δασμούς. Εάν υλοποιηθούν οι γενικοί δασμοί ύψους 10%, οι δασμοί 60% στην Κίνα ή/και 25% στον Καναδά και το Μεξικό, τα αποτελέσματα για την οικονομία θα ήταν πολύ χειρότερα.
Στις μετοχές, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να αποτελούν τον ηγέτη αλλά το 2025 θα είναι πιο δύσκολο. Η Citi πιστεύει ότι επί του παρόντος κυριαρχεί το συναίσθημα που καθοδηγείται από το ράλι του Τραμπ, το οποίο θα οδηγήσει τις μετοχές υψηλότερα στο τέλος του έτους. Ωστόσο, οι δασμοί θα γίνουν το βασικό story στις αρχές του 2025.
Ενώ οι δασμοί μπορεί να είναι τελικά πιο στοχευμένοι από ό,τι συζητήθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, το επεισόδιο του 2018 υποδηλώνει ότι οι μετοχές δεν διαπραγματεύονται καλά κατά τη διάρκεια των δασμολογικών πολέμων, ακόμη και αν δεν είναι τόσο ευρείς. Η αγορά θα πρέπει να τιμολογήσει κάποιο ασφάλιστρο κινδύνου για ευρύτερους δασμούς, κατά την άποψη της Citi. Ενώ οι αμερικανικές μετοχές θα έχουν καλύτερη απόδοση, οι δασμοί αποτελούν αντίθετο άνεμο για όλες τις αγορές ανεξαιρέτως.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Citi παραμένει overweight στις μετοχές διεθνώς το 2025, αλλά δηλώνει έτοιμη να προχωρήσει σε υποβαθμίσεις στις αρχές του επόμενου έτους.
Αντικαθιστά το ευρωπαϊκό underweight με την Ιαπωνία, καθώς τόσο η Ευρώπη όσο και η Ιαπωνία είναι κυκλικές αγορές που είναι πολύ επιρρεπείς σε δασμούς, αλλά η ΕΚΤ μειώνει τα επιτόκια και θα μπορούσε να επιταχύνει της μειώσεις, ενώ η Τράπεζα της Ιαπωνίας τα αυξάνει. Αυτό μπορεί κάλλιστα να υποδηλώνει ότι οι μέρες της ακραίας αδυναμίας του γεν είναι πίσω μας, γεγονός που αφαιρεί έναν σημαντικό καταλύτη για την Ιαπωνία.
Ειδικά όσον αφορά την Ευρώπη, η Citi επισημαίνει πως η περιοχή εξακολουθεί να κινδυνεύει από τους δασμούς. Το underweight που τηρούσε στην Ευρώπη λειτούργησε καλά. Ο βασικός λόγος για τη στάση της είναι ότι η Ευρώπη είναι πιθανός στόχος για τους δασμούς Τραμπ, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα, μέσω της εκτροπής των κινεζικών εξαγωγών προς την Ευρώπη. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβεί σε μια εποχή που η Ευρώπη βρίσκεται ήδη σε σχετικά αδύναμο σημείο του επιχειρηματικού της κύκλου. Καθώς οι δασμοί δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί, είναι λογικό ότι αυτό θα παραμείνει "βάρος" για τις ευρωπαϊκές μετοχές, τουλάχιστον έως ότου ο Τραμπ ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις, πιθανότατα με επιθετικές δασμολογικές απαιτήσεις. Επιπλέον, η γαλλική πολιτική είναι επίσης ένας κίνδυνος, με την κατάρρευση της κυβέρνησης να αφήνει τον κίνδυνο πολιτικής και δημοσιονομικής αβεβαιότητας μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές
Όμως, το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία θα ήταν ένα ανοδικό έναυσμα για τις ευρωπαϊκές μετοχές, όπως τονίζει. Θα υπάρξουν αρκετά γεγονότα στις αρχές του 2025 που μπορεί να είναι πιο θετικά για την Ευρώπη. Ο Τραμπ θα ήθελε να τερματίσει γρήγορα τον πόλεμο της Ουκρανίας και, κατά την άποψη της Citi, μπορεί να είναι πρόθυμος να διαπραγματευτεί με βάση τις τρέχουσες εδαφικές γραμμές. Φαίνεται επίσης πρόθυμος να μειώσει γρήγορα την τρέχουσα υποστήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία. Είναι επίσης πολύ πιθανό οι ΗΠΑ να έχουν επαρκή επιρροή για να φέρουν την Ουκρανία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, δεδομένης της εξάρτησης της Ουκρανίας στις πληροφορίες, τα όπλα και τα κεφάλαια των ΗΠΑ, τα οποία, στο σύνολό τους, πιθανώς δεν μπορούν να αντιγραφούν από την Ευρώπη.
Από την άλλη πλευρά, φαίνεται εύλογο ότι ο Πούτιν έχει πολλά να χάσει από τη συμμετοχή σε διαπραγματεύσεις και ίσως κάτι να κερδίσει από μια ευνοϊκή λύση. Το αν θα επιτευχθεί τελικά μια ειρηνευτική συμφωνία εξαρτάται από πολλά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της στάσης της Ευρώπης, καθώς κατά την άποψη της Citi ο Πούτιν θα ήθελε πιθανώς να ανακτήσει πρόσβαση τόσο στα "παγωμένα" αποθέματα όσο και στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου, κάτι που μόνο η Ευρώπη μπορεί να χορηγήσει, όχι η ΗΠΑ.
Ωστόσο, το να υπάρξει λύση στον πόλεμο της Ουκρανίας το 2025 είναι πολύ πιθανό, δεδομένου ότι τα περισσότερα μέρη είναι αρκετά κουρασμένα από αυτόν τον πόλεμο. Αν και δεν είναι τόσο σαφές πόσο μια παύση θα βοηθούσε τα ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία, με τον αρχικό αντίκτυπο της εισβολής του 2022, ο S&P 500 υπεραπέδωσε των ευρωπαϊκών μετοχών κατά 17% μεταξύ της 10ης Φεβρουαρίου (το τοπικό υψηλό πριν από την εισβολή) και της 7η Απριλίου (η κορυφή του S&P 500 εκείνο το διάστημα). Επιπλέον, τα ευρώ πραγματοποίησε sell-off κατά 5,3%.
Ενώ μια ειρηνευτική συμφωνία θα οδηγούσε σε πολύ μικρότερες κινήσεις από αυτές που παρατηρήθηκαν το 2022, θα πρέπει να περιμένουμε την αντίθετη κατεύθυνση από τη δράση των τιμών το 2022 και αρά ένα ριμπάουντ στην Ευρώπη, τονίζει η Citi.
Ένα άλλο θετικό νέο για τις ευρωπαϊκές μετοχές μπορεί επίσης να προέλθει από τις γερμανικές εκλογές, σημειώνει η Citi. Οι πρόωρες εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τις 23 Φεβρουαρίου 2025. Το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι ένας συνασπισμός CDU και SPD, με επικεφαλής το πιο φιλικό προς τις επιχειρήσεις CDU. Αυτό πιθανότατα θα βοηθήσει επίσης το συναίσθημα, καθώς το CDU θα επιδιώξει να πιέσει για απορρύθμιση και περικοπές εταιρικών φόρων. αν και, με το SPD ως εταίρο του συνασπισμού, δεν είναι σαφές πόσο ισχυρά οποιαδήποτε μέτρα πολιτικής υπό την ηγεσία του CDU θα καταλήξουν να είναι.
Το βασικό οικονομικό ζήτημα είναι εάν πρόκειται να τροποποιηθεί το φρένο χρέους, για το οποίο θα απαιτούνταν πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο. Το CDU είναι ανοιχτό σε τροποποιήσεις, αλλά μόνο μετά τις εκλογές, και σε συνδυασμό με μια ενδελεχή μεταρρύθμιση των κρατικών δαπανών. Οι μεταρρυθμίσεις πιθανότατα θα είναι μέτριες.
Ως εκ τούτου, η Citi βλέπει τις γερμανικές εκλογές περισσότερο ως βραχυπρόθεσμη τόνωση της ψυχολογίας των αγορών παρά ως ένα ισχυρό αντίδοτο στη γερμανική αναπτυξιακή αδυναμία.
Έτσι, με βάση τα παραπάνω η Citi τηρεί πλέον ουδέτερη στάση στην Ευρώπη σημειώνοντας ότι η υποαπόδοση έναντι των ΗΠΑ είναι ήδη ιστορικά ακραία και πιο επιθετική από ό,τι μετά την εκλογή Τραμπ το 2016. Επίσης ο αντίκτυπος επιβολής δασμών ύψους 10% δεν είναι υπερβολικά δραστικός. Υπό διάφορα σενάρια οι αναλυτές της βλέπουν ένα σχετικά μέτριο 1-2% χτύπημα στην κερδοφορία των ευρωπαϊκών εταιρειών το 2025 και μέρος αυτού μπορεί να έχει ήδη αποτιμηθεί στις μετοχές τους. Επιπλέον, ο συνεχιζόμενος κύκλος χαλάρωσης της ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να βοηθήσει. Για να γυρίσει πάντως τη στάση της σε underweight θα περιμένει να δει περισσότερα στοιχεία ότι ο ευρωπαϊκός επιχειρηματικός κύκλος έχει αγγίξει τα χαμηλά του.