Οι εταίροι της EY Ελλάδος Γιάννης Πιέρρος και Γιώργος Παναγιωτόπουλος αναλύουν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας ως στρατηγικού κόμβου μεταφορών και logistics, και τη σημαντική αξία που δημιουργεί η χώρα για το παγκόσμιο εμπόριο και τις μεταφορές.
Συνέντευξη στην Αναστασία Βαμβακά
Ποια είναι η εικόνα της Ελλάδας ως ναυτιλιακού κόμβου και πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε έναν ακόμα σημαντικότερο ρόλο στις διεθνείς εμπορευματικές μεταφορές;
Η Ελλάδα είναι μια πραγματική ναυτιλιακή υπερδύναμη, με τα πλοία ελληνικής ιδιοκτησίας να αποτελούν το 21% του παγκόσμιου στόλου σε όρους χωρητικότητας τόνων νεκρού βάρους, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ελλήνων Πλοιοκτητών.
Ωστόσο αυτό από μόνο του δεν μπορεί να εγγυηθεί το μέλλον της χώρας ως διεθνούς ναυτιλιακού κόμβου, ειδικότερα εν όψει του αυξανόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού – και σε μια εποχή που το παγκόσμιο εμπόριο μετατοπίζεται σταθερά προς το ανατολικό ημισφαίριο.
Πέρα από έναν ισχυρό ρόλο στις διεθνείς εμπορευματικές μεταφορές, απαραίτητες είναι και οι προηγμένες χρηματοοικονομικές, νομικές και άλλες ειδικευμένες υπηρεσίες, σημαντικές υποδομές λιμένων και εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς και μια παράδοση ναυτιλιακής τεχνολογίας συσχετισμένης με την καινοτομία, την έρευνα και ανάπτυξη, την εκπαίδευση και τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Η Ελλάδα διαθέτει όλα τα παραπάνω, ωστόσο απαιτείται σκληρή προσπάθεια για να διαφυλάξουμε και να αναπτύξουμε αυτά τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Αυτό μεταφράζεται σε περαιτέρω βελτίωση του ήδη θετικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και εξασφάλιση ενός σταθερού ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου, παράλληλα με ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης – παράγοντες που θα αυξήσουν την εισροή νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και ξένων επενδύσεων υψηλής ποιότητας.
Μπορεί η Ελλάδα να αναδειχθεί ως η "Νότια Πύλη της Ευρώπης" για τις εμπορευματικές μεταφορές και τι χρειάζεται για να γίνει αυτό;
Η Ελλάδα κατέχει στρατηγική γεωγραφική θέση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς βρίσκεται στο σταυροδρόμι Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, προσφέροντας σημαντική αξία στα παγκόσμια δίκτυα εμπορίου και μεταφορών.
Ο λιμένας του Πειραιά, ο πέμπτος μεγαλύτερος σε όγκο εμπορευματοκιβωτίων στην Ευρώπη σύμφωνα με την PortEconomics, αντανακλά τον ενισχυμένο ρόλο της Ελλάδας ως ναυτιλιακού κόμβου. Ο Πειραιάς αξιοποιεί σήμερα τη στρατηγική του θέση, προσφέροντας ταχύτερες και οικονομικά αποδοτικότερες συνδέσεις μεταξύ Ασίας και Ευρώπης σε σύγκριση με τα λιμάνια της Βόρειας Ευρώπης.
Η ιδιωτικοποίησή του –και οι επενδύσεις που ακολούθησαν– οδήγησε σε αύξηση του όγκου των διακινούμενων εμπορευμάτων και σύνδεση με περισσότερους προορισμούς. Επιπλέον, οι σημαντικές δημόσιες επενδύσεις που έχουν προγραμματιστεί αναδεικνύουν τη δέσμευση για τη μετατροπή του Πειραιά στην αδιαμφισβήτητη "Νότια Πύλη της Ευρώπης".
Την ίδια ώρα, προχωρά ο μετασχηματισμός και ο εκσυγχρονισμός του λιμένα Θεσσαλονίκης, ώστε να εξελιχθεί σε κρίσιμη πύλη προς τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι συνεχιζόμενες επενδύσεις επεκτείνουν τις λειτουργικές του δυνατότητες και ενισχύουν την αποτελεσματικότητά του, ενώ διευρύνεται στρατηγικά η εμβέλειά του, μέσω επενδύσεων σε άλλους ελληνικούς λιμένες, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης εξαγοράς του λιμένα του Βόλου.
Σε συνδυασμό με περισσότερους από 25 ακόμα εμπορικούς λιμένες, μεταξύ των οποίων της Καβάλας και της Ηγουμενίτσας, δημιουργείται ένα ισχυρό θαλάσσιο δίκτυο, ενώ ο χαρακτηρισμός πέντε ελληνικών λιμένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως στρατηγικών κόμβων του διαδρόμου Orient/East-Med (OEM) υπογραμμίζει τον αυξανόμενο ρόλο της Ελλάδας στη διευκόλυνση των εμπορικών ροών μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Αξιοποιώντας τις εκτεταμένες λιμενικές της υποδομές, το ανεπτυγμένο δίκτυο μεταφορών και την εγγύτητά της σε μεγάλες διεθνείς ναυτιλιακές διαδρομές, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να καταστεί βασικός εμπορευματικός κόμβος.
Η τάση του reshoring, που ξεκίνησε κατά τη διάρκεια της πανδημίας –και εντάθηκε περαιτέρω από τις πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις–, ενισχύει σαφώς τις δυνατότητες της Ελλάδας να καταστεί εμπορική πύλη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Καθώς τα κράτη, αλλά και οι επιχειρήσεις, επιδιώκουν να μειώσουν την εξάρτησή τους από απομακρυσμένες και λιγότερο προβλέψιμες οικονομίες, αναπτύσσεται μια τάση μετατόπισης των γραμμών παραγωγής και των λειτουργιών logistics προς την περιφέρεια της Ευρώπης.
Για να αξιοποιήσει αυτή την τάση, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να επενδύει σε τέσσερις βασικούς τομείς: ιδιωτικοποιήσεις και εκσυγχρονισμός των λιμένων, επέκταση του οδικού δικτύου, ανάπτυξη προηγμένων υποδομών hinterland logistics και εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου.
Αναφερθήκατε στην τάση του reshoring. Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία για τον τομέα των μεταφορών και των logistics;
Το reshoring από μόνο του δεν θα μετατρέψει αυτόματα την Ελλάδα σε πύλη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ο ανταγωνισμός είναι έντονος και δεν μπορούμε καν να είμαστε σίγουροι ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί μακροπρόθεσμα. Έτσι, για να μπορέσουμε να προσελκύσουμε περισσότερες επενδύσεις στα logistics, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα δυνατά σημεία της χώρας, εστιάζοντας σε ορισμένους βασικούς τομείς.
Ο πρώτος είναι η βελτίωση της προσβασιμότητας των κόμβων μεταφορών, όπως λιμένων και αεροδρομίων. Αυτό σημαίνει, επίσης, τη βελτίωση της ποιότητας των υποστηρικτικών υποδομών, όπως δικτύων επικοινωνίας και χώρων αποθήκευσης. Πρέπει, επίσης, να εξασφαλίσουμε την επεκτασιμότητα των δικτύων, διασφαλίζοντας τη διαθεσιμότητα γης και υποδομών.
Όλα αυτά θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να αξιοποιήσει την εγγύτητά της σε αγορές-στόχους στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, μειώνοντας περαιτέρω τους χρόνους αποστολής, καθώς και το λειτουργικό κόστος.
Η διατήρηση ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού περιβάλλοντος, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας και η παροχή κυβερνητικών κινήτρων αποτελούν πρόσθετους τομείς εστίασης. Και, στην ψηφιακή εποχή, πρέπει να διασφαλίσουμε την τεχνολογική μας ετοιμότητα, επενδύοντας σε σύγχρονα δίκτυα επικοινωνίας, ψηφιακές υποδομές και αυτοματοποιημένες λειτουργίες εφοδιαστικής αλυσίδας.
Ωστόσο, για να φέρουν αποτελέσματα όσα προαναφέραμε, πρέπει προπάντων να διασφαλίσουμε τη διαθεσιμότητα ειδικευμένου ανθρώπινου κεφαλαίου, που σημαίνει επένδυση στην κατάρτιση, την επανεκπαίδευση και την αναβάθμιση δεξιοτήτων.
Πώς μπορεί το κράτος να υποστηρίξει την ανάπτυξη της αγοράς μεταφορών και logistics στην Ελλάδα; Διαθέτουμε το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο;
Έχουμε δει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, καθώς ο κλάδος μεταφορών και logistics έχει συνεργαστεί στενά με την Πολιτεία, για την ανάπτυξη ενός μακροχρόνιου σχεδίου μετασχηματισμού, με στόχο τη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης της αγοράς logistics και του διεθνούς εμπορίου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια συνολική νομοθετική μεταρρύθμιση το 2014, που οδήγησε στην εισαγωγή του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Μεταφορών πέντε χρόνια αργότερα, με στόχο να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα του κλάδου και να αναβαθμίσει τις υποδομές και τις υπηρεσίες μεταφορών της χώρας. Το σχέδιο περιελάμβανε πολλά έργα υποδομών για τη βελτίωση των δρόμων, των σιδηροδρόμων, των λιμένων και των αεροδρομίων, με επίκεντρο το δίκτυο TEN-T.
Χάρη στις συνεχείς αυτές προσπάθειες, η διεθνής κατάταξη της Ελλάδας στη διευκόλυνση, την ανταγωνιστικότητα του εμπορίου και τις επιδόσεις logistics έχει σταδιακά βελτιωθεί. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στη βαθμολογία 3,7 στον Δείκτη Επιδόσεων Logistics της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2023, που κατατάσσει την Ελλάδα στη 19η θέση παγκοσμίως. Αν και η πρόοδος είναι σημαντική, η χώρα πρέπει να συνεχίσει να βελτιώνεται για να καλύψει τη διαφορά με τους κύριους εμπορικούς εταίρους και ανταγωνιστές της σε αυτούς τους δείκτες.
Εν τω μεταξύ, το ΕΣΠΑ 2021-2027, συνολικού προϋπολογισμού 20 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 15,3% έχει διατεθεί στις μεταφορές και στα logistics, θα βοηθήσει την Πολιτεία να επιτύχει βασικούς στόχους. Μεταξύ άλλων, τη βελτίωση των υποδομών μεταφορών της χώρας, ένα υψηλής ποιότητας σύστημα σιδηροδρομικών μεταφορών και την καλύτερη χρήση των αυτοκινητοδρόμων, των λιμένων και των αεροδρομίων. Παράλληλα, το ΕΣΠΑ θα επικεντρωθεί στη δημιουργία ενός σύγχρονου, ψηφιακού περιβάλλοντος για πολίτες και επιχειρήσεις, με επενδύσεις σε προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες, όπως τα δίκτυα 5G, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη βελτίωση της διαχείρισης της κυκλοφορίας, την υποστήριξη προηγμένων λειτουργιών και υποδομών logistics και τη δυνατότητα εισαγωγής νέων στόλων και αυτόνομων οχημάτων στον τομέα των μεταφορών.
Κοιτάζοντας το μέλλον, ποια είναι τα βήματα που χρειάζονται για να αξιοποιήσει περαιτέρω η Ελλάδα το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα ως διεθνές εμπορευματικό κέντρο;
Κατά την άποψή μας, για να αυξήσει την ελκυστικότητά της ως διεθνές εμπορευματικό κέντρο ή κορυφαίος περιφερειακός κόμβος logistics, η Ελλάδα θα πρέπει να επικεντρωθεί σε τέσσερις προτεραιότητες.
Πρώτον, στη βελτίωση της συνδεσιμότητας με τις παγκόσμιες εμπορικές οδούς και άλλους κόμβους, αξιοποιώντας το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, δηλαδή τον ελληνικό ναυτιλιακό κλάδο. Δεύτερον, η Ελλάδα χρειάζεται να βελτιώσει τις υποδομές λιμένων και υλικοτεχνικής υποστήριξης, με επενδύσεις σε πάρκα logistics που να ανταποκρίνονται στην πρόοδο που έχει σημειωθεί στις λιμενικές υποδομές. Τρίτη προτεραιότητα είναι η ενίσχυση του χρηματοοικονομικού οικοσυστήματος για την παροχή χρηματοοικονομικών και επιχειρηματικών υπηρεσιών υψηλού επιπέδου. Και, τέλος, οφείλουμε να ενισχύσουμε την τεχνολογία, την καινοτομία και το ανθρώπινο κεφάλαιο, για να στηρίξουμε την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων και τον απαιτούμενο μετασχηματισμό των εφοδιαστικών αλυσίδων.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, πρέπει να εργαστούμε για τη βελτίωση των τελωνείων και του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, την ανάπτυξη των δεξιοτήτων του ανθρώπινου κεφαλαίου μας, την προώθηση των βιώσιμων logistics και, τέλος, την αποτελεσματική επικοινωνία και προώθηση του brand "Ελλάδα: Διεθνές Εμπορευματικό Κέντρο".