Του Hank Tucker
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δικαιούται να υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ απολαμβάνουν την ισχυρότερη -παγκοσμίως- οικονομική ανάκαμψη από την κρίση της πανδημίας, επικαλούμενη έναν μακρύ κατάλογο μετρήσεων και στοιχείων: χαμηλή ανεργία, υψηλότεροι μισθοί, ρεκόρ (με 6,4 εκατ.) θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν το 2021. Ένας αριθμός, όμως, θα μπορούσε να "σβήσει" τους παραπάνω θετικούς δείκτες: 7%. Είναι η υψηλότερη αύξηση του πληθωρισμού σε ετήσια βάση από το 1982.
Οι Ρεπουμπλικανοί σπεύδουν να εκμεταλλευτούν το γεγονός και η τακτική αποδίδει. Έναν χρόνο μετά την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων του, ο Μπάιντεν βλέπει τα ποσοστά αποδοχής του να μειώνονται και την καταναλωτική εμπιστοσύνη να έχει κατρακυλήσει στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας -και πλέον- δεκαετίας.
Εξετάσαμε τις μετρήσεις που συνοψίζουν την κατάσταση της αμερικανικής οικονομίας μετά από έναν χρόνο διακυβέρνησης Μπάιντεν. Ας τις δούμε αναλυτικά:
Πληθωρισμός
Η άνοδος των τιμών θα μπορούσε να φέρει δεύτερες σκέψεις όσον αφορά τις οικονομικές επιτυχίες του Μπάιντεν. Η αύξηση των τιμών καταναλωτή κατά 7% ήδη "σαμποτάρει" το πρόγραμμα δαπανών του προέδρου - το οποίο μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις δαπάνες επί Ρούσβελτ. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Joe Manchin δεν υποστήριξε το πακέτο εσωτερικών δαπανών του Μπάιντεν -ύψους 2 τρισ. δολαρίων- και στη συνέχεια τού έδωσε τη χαριστική βολή, προβάλλοντας ως αιτία τον πληθωρισμό. Ο Αμερικανός πρόεδρος υποστηρίζει ότι η αύξηση των μισθών αποτελεί ένδειξη οικονομικής ανάκαμψης, αλλά αυτό το αφήγημα δεν περνάει εύκολα στα νοικοκυριά που δυσκολεύονται να ψωνίσουν ή να γεμίσουν το ρεζερβουάρ, ακόμη και αν οι μισθοί τους έχουν αυξηθεί.
Επιπλέον, ο πληθωρισμός οδηγεί την κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα στην επικείμενη αύξηση των επιτοκίων εντός του 2022, μετά από τουλάχιστον μία δεκαετία όπου τα διατήρησε σχεδόν μηδενικά. Η Goldman Sachs αναμένει τέσσερις αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο έτος, ενώ την περασμένη εβδομάδα ο δισεκατομμυριούχος επενδυτης Bill Ackman προέτρεψε τη Fed να προκαλέσει "σοκ και δέος στην αγορά", αυξάνοντας τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης, διπλάσιο μέγεθος από την αύξηση που αναμένεται, ενώνοντας τη φωνή του με αυτούς που καλούν τη Federal Reserve να δράσει γρήγορα.
Εργασία
Το ποσοστό των ανέργων έχει υποχωρήσει κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα. Πριν αναλάβει τα προεδρικά του καθήκοντα ο Μπάιντεν, η ανεργία ήταν στο 6,7%. Σήμερα βρίσκεται στο 3,9%. Με 10 εκατομμύρια κενές θέσεις εργασίας, το πρόβλημα για τους εργοδότες είναι η "Μεγάλη Παραίτηση". Τεσσεράμισι εκατομμύρια εργαζόμενοι παραιτήθηκαν από τη δουλειά τους τον Νοέμβριο, ανεβάζοντας το μηνιαίο ποσοστό παραιτήσεων στο ιστορικό υψηλό του 3%, από 2,3% στην αρχή της προεδρίας Μπάιντεν.
"Ο κόσμος το συζητάει σαν να πρόκειται για κακή είδηση", σχολίασε ο Dean Baker, συνιδρυτής του Κέντρου Οικονομικών και Πολιτικών Ερευνών. "Υποθέτω ότι για τους εργοδότες όντως είναι, αλλά εγώ ενδιαφέρομαι περισσότερο για τους εργαζόμενους που αισθάνονται ότι έχουν τη δυνατότητα να παραιτηθούν από μια δουλειά που δεν τους αρέσει και να βρουν μια καλύτερη. Κατά την άποψή μου, αυτό είναι σπουδαία υπόθεση".
Ενεργειακή κρίση
Η τιμή του αργού έχει προσθέσει 62% στα 86 δολάρια το βαρέλι, από την ημέρα ορκωμοσίας του Τζο Μπάιντεν, καταγράφοντας υψηλό 7 και πλέον ετών. Οι τιμές της βενζίνης έχουν σχεδόν διπλασιαστεί τον τελευταίο χρόνο, φτάνοντας στα 3,30 δολάρια το γαλόνι, ενώ το κόστος θέρμανσης για τα νοικοκυριά που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο αναμένεται να είναι αυξημένο κατά 30% σε σύγκριση με τον περασμένο χειμώνα.
ΑΕΠ
Η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ με ρυθμό 5,6% -που αναμένεται να ανακοινωθεί την επόμενη εβδομάδα- θα είναι το μεγαλύτερο "άλμα" σε ετήσια βάση από το 1984. Ωστόσο, ο καταιγιστικός ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας έχει επιβραδυνθεί από το α' εξάμηνο του 2021, όταν η έναρξη της εμβολιαστικής εκστρατείας αναζωπύρωσε τις δαπάνες από καταναλωτές και επιχειρήσεις. Ο ρυθμός ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ ξεπέρασε το 6% τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2021, αλλά επιβραδύνθηκε στο 2% το γ' τρίμηνο, με το αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης -ύψους 1,9 τρισ. δολαρίων- που υπερψηφίστηκε τον περασμένο Μάρτιο να μην ανταποκρίνεται εντέλει στις προσδοκίες των Δημοκρατικών.
"Το αμερικανικό Σχέδιο Διάσωσης ήταν ένα μεγάλο πολιτικό λάθος που μας στοιχειώνει μέχρι σήμερα", τόνισε ο Douglas Holtz-Eakin, πρώην διευθυντής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσο. "Ο Μπάιντεν το υπέγραψε ως νόμο όταν η οικονομία αναπτυσσόταν με ρυθμό 6,5%. Δεν χρειαζόταν να το υπογράψει". Ο Holtz-Eakin, ο οποίος ήταν επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της προεδρικής εκστρατείας του John McCain το 2008, βάζει "κακό βαθμό" στον Μπάιντεν όσον αφορά τους χειρισμούς του στην οικονομία.
Μετοχές
Ο Ρεπουμπλικάνος Ντόναλντ Τραμπ, αντίπαλος του Μπάιντεν στις εκλογές του 2020, προειδοποίησε ότι το χρηματιστήριο θα καταρρεύσει αν εκλεγεί ο Μπάιντεν, αλλά αυτό αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τίποτα περισσότερο από προεκλογική ρητορική. Ο S&P 500 έχει ενισχυθεί κατά 19% στον πρώτο χρόνο θητείας του Μπάιντεν, αν και ο πρόεδρος διστάζει να περηφανευτεί γι' αυτό, σε αντίθεσή με τον προκάτοχό του, ίσως επειδή γνωρίζει ότι δεν μπορεί να ελέγξει τον δείκτη. Επίσης, ίσως να μην θέλει να θεωρηθεί ο ίδιος υπεύθυνος για τις επιδόσεις του S&P μέσα στο 2022. Ήδη ο δείκτης υποχωρεί κατά 5% από την αρχή του έτους.
Ομόλογα
Η εκτόξευση του πληθωρισμού και η επικείμενη αύξηση των επιτοκίων έχουν ωθήσει ανοδικά τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων, στα επίπεδα προ πανδημίας. Το 2ετές κρατικό ομόλογο ξεπέρασε το 1% αυτή την εβδομάδα, ενώ βρισκόταν στο 0,13% όταν ανέλαβε τα προεδρικά του καθήκοντα ο Μπάιντεν. Η απόδοση του 10ετούς αυξήθηκε κατά 31 μονάδες βάσης μέσα στον Ιανουάριο, στο 1,83%. Μια μικρή διαφορά ανάμεσα στις αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ομολόγων συνήθως σηματοδοτεί οικονομική αβεβαιότητα, αν και οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η απόδοση του 10ετούς ομολόγου θα ξεπεράσει το 2% φέτος.
Καταναλωτικό κλίμα
Παρά το ράλι του χρηματιστηρίου και τα ισχυρά στοιχεία στην απασχόληση, οι Αμερικανοί βρίσκονται στη χειρότερη φάση απογοήτευσης της τελευταίας 10ετίας. Ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος, σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, βρέθηκε στις 67,4 μονάδες τον Νοέμβριο του 2021, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2011. Η πιο πρόσφατη μέτρηση τον Ιανουάριο έδειξε αύξηση στις 68,8 μονάδες. Η μέτρηση βρισκόταν στις 79,0 μονάδες όταν ο Μπάιντεν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας τον Ιανουάριο του 2020 και το καταναλωτικό κλίμα ενισχύθηκε κατά τους πρώτους μήνες της θητείας του. Ωστόσο, πληθωρισμός και μεταλλάξεις του κορονοϊου έχουν "γκρεμίσει" την καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Πτωχεύσεις επιχειρήσεων
Η Hertz, η JCPenney και η Chesapeake Energy ήταν μεταξύ των 7.129 αμερικανικών εταιρειών που κατέθεσαν αίτηση πτώχευσης το 2020, αριθμός που σηματοδοτεί υψηλό 8ετίας, καθώς η πανδημίας προκάλεσε κλυδωνισμούς στην οικονομία. Ο ρυθμός αυτός ανακόπηκε το 2021, με τις μικρές επιχειρήσεις να στηρίζονται από τις κρατικές δαπάνες και τα προγράμματα έκτακτης διαγραφής δανείων. Μόλις 3.724 εταιρείες κατέθεσαν το 2021 αίτηση πτώχευσης, το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων τουλάχιστον τεσσάρων δεκαετιών, σύμφωνα με στοιχεία του Αμερικανικού Ινστιτούτου Πτώχευσης. Η Belk και η National Rifle Associationν συγκαταλέγονταν στις εταιρείες που πτώχευσαν το 2021.
Διαβάστε ακόμα:
* Πώς επηρεάζεται η Wall Street από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ