Του Derek Saul
Η Bank of America αύξησε κατά 8% την εκτίμησή της για την επίδοση του S&P 500 έως το τέλος του 2023, στηρίζοντας την αισιόδοξη πρόβλεψή της στα κέρδη που έχουν ανακοινώσει μια σειρά εταιρειών τους τελευταίους μήνες, αν και δεν έχουν εξαλειφθεί κάποιοι παράγοντες στην αγορά που βάζουν εμπόδια σε ένα ράλι διαρκείας.
Οι αναλυτές της Bank of America, με επικεφαλής τη Savita Subramanian, αύξησαν την τιμή-στόχο για τον S&P από τις 4.000 στις 4.300 μονάδες, τονίζοντας σε σημείωμα προς τους πελάτες της αμερικανικής τράπεζας πως αρκετές εταιρείες που απαρτίζουν τον ευρύτερο δείκτη της Wall προσπαθούν να μειώσουν το λειτουργικό κόστος τους τελευταίους μήνες, ενώ έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στην "έκρηξη" της τεχνητής νοημοσύνης που έχει δώσει ώθηση σε μια σειρά από μετοχές του τεχνολογικού κλάδου.
Οι 4.300 μονάδες θα ήταν η καλύτερη επίδοση του S&P 500 από τον περασμένο, Αύγουστο, αν και πρόκειται για άνοδο μόλις 2,5% από τα τρέχοντα επίπεδα του ευρύτερου δείκτη.
Η bullish πρόβλεψη της Bank of America ήρθε εν μέσω πολύ πιο επιφυλακτικών προβλέψεων από τη Wall Street, με επικεφαλής τον πάντα συγκρατημένο επικεφαλής στρατηγικό αναλυτή της Morgan Stanley για τις ΗΠΑ Michael Wilson, ο οποίος έγραψε την Κυριακή ότι τα ισχυρά κέρδη του S&P 500 κατά περίπου 15% τους τελευταίους έξι μήνες είναι κάτι περισσότερο από ένα "παραπλανητικό ράλι" που τροφοδοτείται από ένα μαζικό "sell-off πανικού".
Το κλίμα αισιοδοξίας που διαμορφώνεται από τις εξελίξεις στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης, την πιο ήπια νομισματική πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και το "φρένο" σε νέες γεωπολιτικές εντάσεις δεν θα "αποτρέψει τη βαθιά ύφεση των κερδών" που αναμένεται αργότερα εντός του έτους, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια συνεχίζουν να ροκανίζουν την οικονομική ανάπτυξη, εξήγησε ο Wilson.
Τα προηγούμενα δεδομένα της αγοράς δίνουν πάτημα στην πτωτική εκτίμηση του Wilson για τον S&P 500: σύμφωνα με μια τεχνική ανάλυση της JPMorgan, με επικεφαλής τον Jason Hunter, η πιθανότερη διαδρομή για τον δείκτη τους επόμενους μήνες είναι η κατρακύλα έως και τις 3.500 μονάδες, μια "βουτιά" της τάξης του 17% που θα συμπιέσει την αγορά σε χαμηλό περίπου τριών ετών.
Ο S&P 500 ξεκίνησε δυναμικά το 2023, μετά τη χειρότερη χρονιά που κατέγραψε την τελευταία δεκαετία, χάνοντας 19% το 2022, καθώς οι επενδυτές αντέδρασαν στην ολοκληρωτική αντιστροφή της πολιτικής του εύκολου χρήματος που εφάρμοσε η Fed κατά την κρίση της πανδημίας, η οποία έδωσε χώρο στον δείκτη να σημειώσει ιστορικό υψηλό. Φέτος, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, το "φρένο" στις αυξήσεις των επιτοκίων και τα ισχυρά κέρδη των εταιρειών στηρίζουν την ανοδική τάση, με αποτέλεσμα ούτε καν η τραπεζική κρίση του Μαρτίου να μην επηρεάζει αρνητικά τις αγορές. Παρόλα αυτά, σχεδόν όλα τα κέρδη του S&P 500 είναι συσσωρευμένα σε λίγες -αλλά κολοσσιαίες- τεχνολογικές εταιρείες, με την έλλειψη εύρους της αγοράς να προκαλεί ανησυχία σε πολλούς στη Wall Street.
Η αίσθηση ότι ουσιαστικά δεν υπάρχουν κακές ειδήσεις, όπως μια απροσδόκητη περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού ή ένα συνταρακτικό γεωπολιτικό γεγονός, όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, που θα οδηγήσει τις μετοχές σε υψηλότερα επίπεδα, είναι "ξεπερασμένη" και δεν μπορεί να συγκρατήσει τον S&P για πολύ ακόμη, τόνισε σε σημείωμά του τη Δευτέρα ο Tom Essaye της Essaye Report. Πρέπει να υπάρξει "μια ουσιαστικά θετική έκβαση" στις εστίες έντασης και πίεσης στην αγορά για να ενισχυθεί και άλλο ο S&P 500, πρόσθεσε ο ίδιος.
Οι επενδυτές έχουν στραμμένο το ενδιαφέρον στο παρατεινόμενο αδιέξοδο σχετικά με το ανώτατο όριο του αμερικανικού χρέους, καθώς οι ΗΠΑ φλερτάρουν με την πρώτη χρεοκοπία στην περίπου 250 ετών Ιστορία τους. Ακόμη και αν οι ΗΠΑ αποφύγουν μια χρεοκοπία, η αύξηση του ορίου του χρέους τους "μπορεί να αποδειχθεί καταλυτικός παράγοντας για να μπει τέλος σε αυτή την bear market", λόγω της επακόλουθης κρίσης ρευστότητας που θα δημιουργήσει η πιθανή έκδοση ομολόγων από το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών.