Μπένι Στάινμετζ: Ποιος είναι ο Ισραηλινός μεγιστάνας των διαμαντιών που συνελήφθη στο Ελ. Βενιζέλος

Μπένι Στάινμετζ: Ποιος είναι ο Ισραηλινός μεγιστάνας των διαμαντιών που συνελήφθη στο Ελ. Βενιζέλος

Της Ελευθερίας Πιπεροπούλου

Διαμάντια, δισεκατομμύρια, δικαστικές υποθέσεις και κατηγορίες για διαφθορά συνθέτουν το περίπλοκο παζλ γύρω από τον Ισραηλινό μεγιστάνα Μπένι Στάινμετζ, έναν από τους πιο αμφιλεγόμενους επιχειρηματίες στον κόσμο. Η πρόσφατη σύλληψή του στο αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος πρόσθεσε ένα ακόμη κεφάλαιο σε μια σειρά νομικών περιπετειών που έχουν στιγματίσει την καριέρα του. Ο Ισραηλινός μεγιστάνας των διαμαντιών, γνωστός για τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στους τομείς της εξόρυξης και της ενέργειας, έχει αφήσει το στίγμα του τόσο στο παγκόσμιο επιχειρείν όσο και σε διάφορες δικαστικές αίθουσες.

Ο Στάινμετζ γεννήθηκε το 1956 στη Νετάνια του Ισραήλ και προέρχεται από μια οικογένεια με παράδοση στον χώρο των διαμαντιών. Ήταν το τέταρτο παιδί του Ρούμπιν Στάινμετζ, ο οποίος είχε δημιουργήσει μια επιτυχημένη οικογενειακή επιχείρηση εμπορίας διαμαντιών. Σε ηλικία 21 ετών, αφού ολοκλήρωσε την τριετή υποχρεωτική στρατιωτική του θητεία στον IDF, ο Στάινμετζ έφυγε από το Ισραήλ για την Αμβέρσα, προκειμένου να εργαστεί σε έναν κορυφαίο έμπορο διαμαντιών. Αργότερα ένωσε τις δυνάμεις του με τον αδερφό του, Ντάνιελ, για να δημιουργήσει την Steinmetz Diamonds Group και στη συνέχεια την Beny Steinmetz Group.

Το 2010, η Steinmetz Diamond Group (SDG) ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής ακατέργαστων διαμαντιών για τον διεθνή όμιλο διαμαντιών De Beers. Ωστόσο, το 2014, ο Στάινμετζ πούλησε τις μετοχές του στην SDG στον αδελφό του, για να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην Beny Steinmetz Group Resources (BSGR). Η BSGR είναι μια εταιρεία φυσικών πόρων που δραστηριοποιείται στους τομείς του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, της εξόρυξης, του μετάλλου και της ενέργειας, ενώ έδρα της είναι η… νήσος Γκέρνσεϊ. Ο κύριος όγκος των δραστηριοτήτων της BSGR επικεντρώνεται στην εξόρυξη διαμαντιών, χαλκού, σιδηρομεταλλεύματος και χρυσού. 

Ρόλος… συμβούλου 

Ο Στάινμετζ φέρεται να είναι ο ιδιοκτήτης της BSGR, ωστόσο, στα "χαρτιά” ο μεγιστάνας εμφανίζεται να κατέχει απλά ρόλο… συμβούλου. Ο Στάινμετζ έχει έρθει επανειλημμένα σε σύγκρουση με τις φορολογικές αρχές του Ισραήλ σχετικά με την ιδιότητα που εμφανίζεται να έχει στην BSGR, καθώς πληρώνει φόρο στο Ισραήλ μόνο για "συμβουλευτικές αμοιβές”. Μάλιστα, το 2009 είχε ξεκινήσει μια έρευνα εις βάρος του για φοροδιαφυγή μεγάλης κλίμακας.

Το 2011, το Forbes κατέταξε τον Στάινμετζ ως τον 162ο πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, με προσωπική περιουσία άνω των 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το Bloomberg υπολόγισε την προσωπική του περιουσία στα 9 δισ. δολάρια. Το 2019, βάσει του Forbes, η περιουσία του υπολογιζόταν ότι είχε μειωθεί στο 1 δισ. δολ.

"Δαίδαλος" επιχειρήσεων

Ο Στάινμετζ έχει εμπλακεί με πολλές εταιρείες σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Σύμφωνα με το "The New Yorker”, οι εταιρικές δομές των διαφόρων επιχειρήσεών του είναι τόσο περίπλοκες που είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η πραγματική έκταση των συμμετοχών του. 

Το 1997, ο Στάινμετζ ίδρυσε τη STI Ventures NV, μια εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων που επενδύει σε νεοσύστατες εταιρείες στο Ισραήλ. Το 1999, η εταιρεία του B. Steinmetz Technology Holding International (STHI), εξαγόρασε την Tucows Interactive Limited. 

To 2004, η BSGR επέκτεινε τις δραστηριότητές της σε εξορυκτικές εγκαταστάσεις στη Βόρεια Μακεδονία και το Κόσοβο μέσω της αγοράς της Cunico Resources. Το 2007, προσπάθησε να πουλήσει ένα μερίδιο 580 εκατ. δολ. στην Cunico Resources, ωστόσο το σχέδιο εγκαταλείφθηκε. Η BSGR έχει επίσης επενδύσει στην παραγωγή χάλυβα στο Αζερμπαϊτζάν, σε σταθμούς πετρελαίου και ηλεκτροπαραγωγής στη Ρωσία και τη Νιγηρία και στην ηλιακή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στη Νότια Αφρική. 

Μια πλέον ανενεργή εταιρεία, της οποίας ο Στάινμετζ ήταν ιδρυτής και μέτοχος, η Nikanor, εξαγοράστηκε από την Katanga Mining το 2008, ενώ η Koidu Holdings, η οποία στο παρελθόν λειτουργούσε ως κοινοπραξία, ανήκει εξ ολοκλήρου στην εταιρεία BSGR από το 2007. Σύμφωνα με το Forbes, η θυγατρική της BSGR Koidu Limited προμήθευε την Tiffany & Co. Με ακατέργαστα διαμάντια από το ορυχείο της στη Σιέρα Λεόνε μέχρι τον Μάρτιο του 2017.

Επιπλέον, ο Στάινμετζ έχει δραστηριοποιηθεί και στο real estate, κατέχοντας, μέσω της εταιρείας του Scorpio, ακίνητη περιουσία στο Καζακστάν, τη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη.

Τον Ιούνιο του 2016, αναφέρθηκε ότι η BSGR είχε εκχωρήσει τις περισσότερες από τις συμμετοχές της στη Cunico Resources υπέρ της International Mineral Resources, με την οποία είχε την ιδιοκτησία της FENI Industries σε κοινοπραξία.

Οι δικαστικές περιπέτειες και η διαμάχη με τον Σόρος 

Το 2017 η Cunico Resources ζήτησε διαιτησία με τη Βόρεια Μακεδονία στο Διεθνές Κέντρο Επίλυσης Επενδυτικών Διαφορών σχετικά με την ιδιοκτησία της FENI Industries στο Kavadarci. Η διαιτησία αργότερα διακόπηκε και η FENI πωλήθηκε στην EuroNickel Industries.

Στις 14 Αυγούστου 2017, ο Στάινμετζ συνελήφθη στο πλαίσιο κοινής έρευνας από Ισραηλινούς και Ελβετούς αξιωματούχους κατά της διαφθοράς για καταγγελίες για απάτη, παραβίαση εμπιστοσύνης, δωροδοκία, παρεμπόδιση της δικαιοσύνης και ψευδή καταχώριση εταιρικών εγγράφων με προφανή σκοπό ξέπλυμα χρήματος. Αφέθηκε ελεύθερος σε κατ’ οίκον περιορισμό στις 17 Αυγούστου 2017. 

Η BSGR προχώρησε σε εθελοντική διαχείριση το 2018 αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για δωροδοκία, ενώ, τον Ιούνιο του 2019 αναζήτησε προστασία πτώχευσης στις ΗΠΑ το 2019 αφού έχασε μια διαιτησία 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά της Vale. 

Εκείνη την εποχή, ο Στάινμετζ μήνυσε και τον δισεκατομμυριούχο Τζορτζ Σόρος, κατηγορώντας τον ότι διέπραξε εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης που κόστισε στην εταιρεία του τα δικαιώματά της στο κοίτασμα Simandou στη Γουινέα και ότι της προκάλεσε ζημίες τουλάχιστον 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Σόρος αρνήθηκε τις κατηγορίες. 

Το 2016, κατηγορήθηκε ερήμην από την Εθνική Διεύθυνση Καταπολέμησης της Διαφθοράς της Ρουμανίας, για παράνομη ανάκτηση της κληρονομιάς του Πολ Φιλίπ Χοεντσόλερν. Το 2020 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 5 ετών στη Ρουμανία, κατηγορούμενος για συνομωσία με τον εγγονό του πρώην βασιλιά. Η υπόθεση έχει να κάνει με την απόκτηση, παρανόμως όπως λέγεται, τεραστίων εκτάσεων που ανήκαν παλαιότερα στη βασιλική οικογένεια της Ρουμανίας, αξίας 100 εκατ. δολαρίων. 

Στις 22 Ιανουαρίου 2021, ο Στάινμετζ κρίθηκε ένοχος στη Γενεύη για διαφθορά που σχετίζεται με δωροδοκίες που καταβλήθηκαν στη Γουινέα. Καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση και υποχρεώθηκε να πληρώσει πρόστιμο 50 εκατομμυρίων ελβετικών φράγκων. Το 2023, ο Στάινμετζ έχασε την έφεση.

Η υπόθεση της Γουινέας και τα Panama Papers 

Το 2013, ο Στάινμετζ είχε κατηγορηθεί από τη γαλλική εφημερίδα "Le Canard Enchainé” ότι είχε προσλάβει μισθοφόρους για να ανατρέψει την κυβέρνηση της Γουινέας το 2013, αλλά οι ισχυρισμοί αυτοί δεν αποδείχθηκαν ποτέ. 

Ο Στάινμετζ είχε εμπλακεί, παράλληλα, σε μια μακροχρόνια διαμάχη με την κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Γουινέας σχετικά με την ανάπτυξη των Simandou Blocks 1 & 2, μέρος ενός από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος στον κόσμο. Η έρευνα εις βάρος του Στάινμετζ αφορούσε ισχυρισμούς ότι η BSGR απέκτησε τα δικαιώματα να εξερευνήσει και να αναπτύξει το 50% των ορυχείων σιδηρομεταλλεύματος Simandou της Γουινέας μέσω δωροδοκιών και προσωπικών ευεργετημάτων σε αξιωματούχους της Γουινέας, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου του αποβιώσαντα προέδρου της Γουινέας Λανσάνα Κοντέ.

Η BSGR – χωρίς εμπειρία στην εξαγωγή σιδηρομεταλλεύματος – απέκτησε τα δικαιώματα εξερεύνησης της Simandou για 160 εκατομμύρια δολάρια τον Δεκέμβριο του 2008. Η εξαγορά έγινε λίγο αφότου ο Κοντέ αφαίρεσε τα δικαιώματα από την πολύ μεγαλύτερη και πιο έμπειρη πολυεθνική Rio Tinto Group. Στη συνέχεια, η BSGR πούλησε το 51% των δικαιωμάτων εξόρυξής της στη Γουινέα στην πολυεθνική Vale της Βραζιλίας για 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Αφού διαπίστωσε ότι η BSGR είχε αποκτήσει παράνομα δικαιώματα στα ορυχεία σιδήρου της χώρας, το 2014 η κυβέρνηση της Γουινέας αρνήθηκε την πρόσβαση της BSGR στα ορυχεία εκεί.

Τον Σεπτέμβριο του 2014 η BSGR ξεκίνησε μια διεθνή διαδικασία διαιτησίας κατά της Δημοκρατίας της Γουινέας στο Διεθνές Κέντρο Επίλυσης Επενδυτικών Διαφορών , αμφισβητώντας την απόφαση της κυβέρνησης να ανακαλέσει τα εξορυκτικά της δικαιώματα.  Τον Φεβρουάριο του 2019, η BSGR μαζί με τον Πρόεδρο της Γουινέας  συμφώνησαν να αποσύρουν την εκκρεμή υπόθεση διαιτησίας και όλους τους ισχυρισμούς για αδικήματα. Ως μέρος της συμφωνίας, η BSGR θα παραιτείτο από τα δικαιώματά της στο Simandou και θα διατηρούσε το μερίδιό της στο κοίτασμα Zogota.

Ο Μπένι Στάινμετζ κατονομάστηκε επίσης σε έγγραφα στη διαρροή των Panama Papers. Η υπόθεση αυτή περιλάμβανε αποκαλύψεις περί διαφθοράς και ανάρμοστων επιχειρηματικών συναλλαγών στη Σιέρα Λεόνε και στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, καθώς και περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τις δραστηριότητές του στη Γουινέα. 

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο συνήθως "ντροπαλός” με τα μέσα ενημέρωσης Στάινμετζ είπε στους Financial Times σε μια σπάνια συνέντευξη το 2012 ότι η BSGR επιδιώκει ευκαιρίες "με επιθετικό τρόπο”. "Πρέπει να το κάνεις με τα χέρια. Είναι δύσκολο. Πρέπει να λερώσεις τα χέρια σου”, είχε πει χαρακτηριστικά.

Η φιλανθρωπική δράση και η αγάπη για την τέχνη

Το 2006, ο Στάινμετζ και η σύζυγός του Agnes ξεκίνησαν το ίδρυμα Agnes & Beny Steinmetz Foundation, προκειμένου να ενοποιήσουν τις πολλαπλές εθελοντικές τους δραστηριότητες υπό την αιγίδα μιας φιλανθρωπικής οργάνωσης στο Ισραήλ. Το Ίδρυμα ασχολείται κυρίως με τη χρηματοδότηση έργων στους τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας και του πολιτισμού για μικρά παιδιά. Μέχρι σήμερα, το Ίδρυμα έχει υποστηρίξει δεκάδες χιλιάδες παιδιά, νέους και οικογένειες διαφορετικών εθνικοτήτων και θρησκειών, μέσω των προγραμμάτων και των υποτροφιών που παρέχει, και έχει γίνει σημείο αναφοράς για ισραηλινές ΜΚΟ.
Επιπλέον, γνωστός ως σταθερός υποστηρικτής του πολιτισμού, ο Στάινμετζ ασχολείται ενεργά και με τον κόσμο της τέχνης, ενώ είναι μεγάλος δωρητής στο Μουσείο Τέχνης του Τελ Αβίβ.