Του Justin Birnbaum
Από την πρώτη κιόλας είσοδό του στα γήπεδα του NBA, το 1984, ο Michael Jordan κέρδιζε επάξια την αμοιβή του. Κατά τη διάρκεια της 16χρονης καριέρας του στο NBA αποκόμισε το ποσό των 94 εκατ. δολαρίων, ενώ ήταν ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης του πρωταθλήματος το 1997 και το 1998. Εκεί, όμως, που πραγματικά ξεχώρισε σε σύγκριση με οποιονδήποτε άλλο αθλητή στον πλανήτη, ήταν εκτός των γηπέδων, αφού έβγαλε περίπου 2,4 δισ. δολάρια (προ φόρων) χάρη στις συνεργασίες του με φίρμες όπως τα McDonald's, η Gatorade, η Hanes και, φυσικά, η Nike, από την οποία μόνο για την τελευταία ετήσια συνεργασία τους έλαβε περίπου 260 εκατ. δολάρια.
Όμως, το καλύτερο "σκορ” του ο Jordan το πέτυχε τον Αύγουστο, όταν πούλησε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών που κατείχε στην ομάδα του NBA Charlotte Hornets, στην εντυπωσιακή αποτίμηση των 3 δισ. δολαρίων. Ακόμη κι αν η συναλλαγή είχε πραγματοποιηθεί με βάση την τελευταία αποτίμηση του Forbes, των 1,7 δισ. δολαρίων, το 2022, θα ήταν μια μεγάλη νίκη για τον 60χρονο θρύλο. Ωστόσο, το 27ο πολυτιμότερο franchise του ΝΒΑ άλλαξε χέρια στη δεύτερη υψηλότερη τιμή που έχει καταγραφεί ποτέ στην ιστορία του πρωταθλήματος και σχεδόν 17 φορές μεγαλύτερη της αξίας που είχε η ομάδα όταν κατέστη βασικός μέτοχος ο Jordan το 2010.
Η κίνηση αυτή ανεβάζει τον Jordan σε άλλο επίπεδο. Με εκτιμώμενη καθαρή περιουσία ύψους 3 δισ. δολαρίων, ο Τζόρνταν κατάφερε να μπει στη λίστα The Forbes 400 και να γίνει ο πρώτος επαγγελματίας αθλητής που εισήλθε στο κλαμπ των πλουσιότερων ανθρώπων της Αμερικής.
"Ο Michael είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους που έχει να επιδείξει τρεις σημαντικές επιτυχίες”, λέει ο Ted Leonsis, ιδιοκτήτης των ομάδων Washington Wizards, Mystics και Capitals, ο οποίος έχει συνεργαστεί με τον Jordan σε αρκετές επενδυτικές κινήσεις στο παρελθόν. "Πολλοί επιχειρηματίες, σημειώνουν μια επιτυχία. Μια μεγάλη νίκη, την οποία εξαργυρώνουν, αποσύρονται και δεν (τους) ακούμε ξανά, ή επιχειρούν κάτι άλλο, χωρίς όμως επιτυχία. Αυτός σημείωσε τρεις σημαντικές επιτυχίες”, λέει, αναφερόμενος στην καριέρα του ως παίκτη, στον εγχείρημά του ως ιδιοκτήτη και στην ανάπτυξη τις φίρμας Air Jordan από κοινού με τη Nike.
Η πιθανότητα ένας επαγγελματίας αθλητής να γίνει δισεκατομμυριούχος παραμένει εξαιρετικά σπάνια. Μόνο τρεις το έχουν καταφέρει. Ο Jordan ήταν ο πρώτος που έσπασε το φράγμα το 2014, ενώ τα βήματά του ακολούθησαν ο LeBron James και ο Tiger Woods, που το πέτυχαν πριν ολοκληρώσουν τις καριέρες τους. Με τις αμοιβές των αθλητών να εκτινάσσονται και τις ευκαιρίες που ανοίγονται εκτός γηπέδων να αυξάνονται, είναι σίγουρο ότι θα ακολουθήσουν κι άλλοι, όπως καταδεικνύει και το γεγονός ότι επτά αθλητές, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Forbes, έχουν ήδη αποκομίσει από τις καριέρες τους 1 δισ. δολάρια προ φόρων, δαπανών και προμηθειών σε μάνατζερς.
Ωστόσο, για την είσοδο στο κλαμπ των 9 μηδενικών χρειάζεται να "συνωμοτήσει” και το σύμπαν. Ή όπως λέει ο Mark Cuban, ο δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης των Dallas Mavericks, "[οι αθλητές] πρέπει να σταθούν πραγματικά τυχεροί". Αυτό, βέβαια, δεν φαίνεται να ισχύει στην περίπτωση του Jordan, ο οποίος άρχισε να σημειώνει επιτυχίες από την πρώτη κιόλας στιγμή που πάτησε τα παρκέ του ΝΒΑ.
Όταν κυκλοφόρησε τα πρώτα αθλητικά παπούτσια Air Jordan το 1985, στο τέλος της πρώτης του σεζόν στο πρωτάθλημα, η Nike φέρεται ότι προσδοκούσε πωλήσεις αξίας 3 εκατ. δολαρίων. Σε μόλις δύο μήνες, η φίρμα πραγματοποίησε πωλήσεις 70 εκατ. δολαρίων, ενώ έφτασε τα 100 εκατ. δολάρια έως το τέλος του έτους, σύμφωνα με έρευνα του 2023 που εκπόνησε το Πανεπιστήμιο Temple. Αρχικά, ο Jordan είχε υπογράψει με την εταιρεία συμβόλαιο για πέντε χρόνια, αποκομίζοντας 500.000 δολάρια ετησίως συν τα δικαιώματα. Στην τελευταία ετήσια έκθεσή της, η Nike ανέφερε ότι οι ετήσιες πωλήσεις χονδρικής της φίρμας Jordan ανήλθαν στα 6,6 δισ. δολάρια, ποσό αυξημένο κατά 28,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Η Nike δεν ήταν η μόνη εταιρεία που προσπάθησε να αξιοποιήσει το ταλέντο και το χάρισμα του Jordan. "Έγινε εμπορική φίρμα πριν ακόμη ο κόσμος ξεκινήσει να βλέπει τους ανθρώπους ως εμπορικές φίρμες”, λέει ο Marc Ganis, πρόεδρος της εταιρείας συμβούλων Sportscorp. "Δεν ήταν ο Michael Jordan που προωθούσε το Gatorade, ήταν το Gatorade που έλεγε, ‘πιείτε για να μοιάσετε περισσότερο στον Michael’".
Ωστόσο, λίγο μετά τη δεύτερη αποχώρησή του από το NBA, το 1998, ο Jordan άρχισε να αφήνει κατά μέρος τον ρόλο του διάσημου παίκτη. Σύμφωνα με το ESPN, έκανε ορισμένες αποτυχημένες προσπάθειες να αποκτήσει τους Hornets (που αργότερα μετονομάστηκαν σε New Orleans Pelicans) αλλά και τους Milwaukee Bucks. Ο Jordan συμμετείχε τελικά σε μια ομάδα επενδυτών, υπό την ηγεσία του Leonsis, που απέκτησε την ομάδα χόκεϊ Washington Capitals και το 44% της ομάδας μπάσκετ Washington Wizards, ενώ ανέλαβε τον ρόλο του προέδρου της δραστηριότητας του μπάσκετ υπό τον τότε κάτοχο του πλειοψηφικό πακέτου μετοχών, Abe Pollin.
"Ήταν σαν σφουγγάρι", λέει ο Leonsis, ο οποίος θυμάται ότι ο Jordan ήταν πολύ περίεργος και έκανε πολλές ερωτήσεις. Ο Leonsis μύησε τον Jordan στα μυστικά των επιχειρήσεων του αθλητισμού. "Σε τελική ανάλυση, είχε περισσότερο δίκιο από εμένα, ήτοι αν έχεις μια σπουδαία ομάδα και κορυφαίους παίκτες, είναι εύκολο να πουλάς εισιτήρια και να κλείνεις χορηγίες”.
Η επιστροφή του Jordan στα γήπεδα για δύο σεζόν είχε σαν αποτέλεσμα να εκποιήσει το ποσοστό του, αλλά όταν αποσύρθηκε για τρίτη και τελευταία φορά το 2003, δεν άργησε να αγοράσει μια νέα ομάδα. Ο Jordan απέκτησε μειοψηφικό ποσοστό στους Charlotte Bobcats το 2006 και, τέσσερα χρόνια αργότερα, έγινε ο πρώτος παίκτης του NBA που κατέστη βασικός μέτοχος ομάδας, αποκτώντας την πλειοψηφία των μετοχών της στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που χρηματοδοτήθηκε κατά κύριο λόγο μέσω δανεισμού και η οποία αποτίμησε το franchise στα 175 εκατ. δολάρια, ποσοστό σημαντικά μικρότερο των 300 εκατ. δολαρίων που είχε πληρώσει ο ιδρυτής της BET, Robert L. Johnson, για την απόκτηση της νεοεμφανιζόμενης ομάδας το 2003.
Παρά τον εξαιρετικά ανταγωνιστικό χαρακτήρα του Jordan, οι Hornets δεν σημείωσαν ποτέ ιδιαίτερη επιτυχία εντός του γηπέδου, χάνοντας ήδη από τον πρώτο γύρο των πλέι οφ του NBA τρεις φορές τα τελευταία 13 χρόνια. Αυτό δεν εμπόδισε τον Jordan να εκμεταλλευτεί την άνοδο των αθλητικών franchises. Το 2019, πούλησε το 20% της ομάδας στον ιδρυτή της Melvin Capital, Gabe Plotkin, και στον ιδρυτή της D1 Capital Partners, Daniel Sundheim, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που αποτίμησε την ομάδα στο 1,5 δισ. δολάρια. Η ομάδα τελικά πουλήθηκε σε διπλάσια τιμή όταν ο Jordan παραχώρησε την πλειοψηφία των μετοχών στον Plotkin και τον Rick Schnall, έναν άλλο ιδρυτή hedge fund, πριν από δύο μήνες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις ομάδες του NBA, μόνο οι Phoenix Suns πουλήθηκαν σε υψηλότερη τιμή - ο διευθύνων σύμβουλος της United Wholesale Mortgage, Mat Ishbia, απέκτησε το franchise σε μια συμφωνία αποτίμησης ύψους 4 δισ. δολαρίων νωρίτερα φέτος.
"Έκλεισε μια πολύ καλή συμφωνία που βοηθάει τους πάντες”, λέει ο Leonsis, εξηγώντας ότι "αν οι Charlotte πουλήθηκαν έναντι X τιμής, και έχω μια μεγαλύτερη ομάδα και περισσότερα έσοδα, αυτό σημαίνει ότι η ομάδα μου αξίζει Ψ τιμή".
Ο Jordan διατήρησε ένα μικρό ποσοστό στους Hornets, που του εξασφαλίζει έναν δεσμό με το μπάσκετ, ενώ αναζητά το επόμενο επιχειρηματικό του εγχείρημα. Όλα αυτά τα χρόνια, άλλωστε, ο Jordan έχει ασχοληθεί και με άλλες επιχειρήσεις, όπως αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, εστιατόρια και, πιο πρόσφατα, με επενδύσεις σε μετοχές. Μεταξύ άλλων, έχει εξαγοράσει εταιρείες όπως οι CLEAR, Mythical Games, Dapper Labs, αλλά και οι DraftKings και Sportradar, τις δύο τελευταίες μέσω του Leonsis.
Όσον αφορά την επόμενη πρόκληση που θα αναλάβει ο Jordan, ο Leonsis εκτιμά ότι θα σχετίζεται με το NASCAR και τους αγώνες αυτοκινήτων. Το 2020, ο Jordan ίδρυσε μαζί με τον οδηγό της Joe Gibbs Racing, Denny Hamlin, την ομάδα Cup Series 23XI Racing. "Στοιχηματίζω ότι θα καταστεί εν τέλει άλλη μια εξαιρετική επιχειρηματική κίνησή του", λέει ο Leonsis. "Χάρη στην ανταγωνιστικότητά του και την επιθυμία του να κερδίζει”.